Thursday, August 30, 2007

ΡΥΜΟΥΛΚΟ


Στην πόλη το λυκόφως ήταν μόνιμο
Δεν βράδιαζε και δεν ξημέρωνε ποτέ

Κι οι δρόμοι ήτανε πάντα γεμάτοι
Από ανθρώπους ακινητοποιημένους

έξυναν αμήχανα το κεφάλι τους,

Δεν είναι αυτές οι θέσεις μας, έλεγαν
Ταραγμένοι, δεν είναι, ενώ από πάνω τους

Η μηχανή επιθεωρούσε το χώρο
Ουδείς διερωτάτο περί της λειτουργίας

αυτής

Και ουδείς διενοείτο σε τέτοιες συνθήκες
Να πεθάνει, ακίνητοι κρατούσαν την

ανάσα τους,

ερευνούμε το προσδόκιμο επιβίωσης,

ανακοίνωναν,

Και επιθυμούμε το καλύτερο δυνατόν
Εφ όσον παρά τη θέλησή μας

όπως φαίνεται

Και σίγουρα όχι ενάντια στη θέλησή μας
Σ' αυτές τις θέσεις πια εντοπιζόμαστε

Ας προσπαθήσουμε αν μη τι άλλο
Να τις ασφαλίσουμε περισσότερο

πιο σίγουρες

ας τις καταστήσουμε,

Ξάφνου με γυμνά τα χέρια ωρμούσε
Η μηχανή και άρπαζε έναν από τους

συσσωρευμένους

τον πρώτο τυχόντα

Τον έσερνε μέτρα μακριά τον πήγαινε
Παράμερα να τον βγάλει έξω από το

δρόμο,

Στα τσακίδια, φώναζαν με ανεξήγητη
Κακία οι υπόλοιποι, στα τσακίδια και

ακόμα

παραπέρα,

Το θύμα παραδόξως δεν διαμαρτυρόταν
Ήρεμα αφηνότανε στην μεταβίβαση

εξουσιών

προς μιαν αδιευκρίνιστη ακόμα

ανακαίνιση πεπρωμένου

Τα ήδη υπάρχοντα σενάρια ζωής δεν ήταν
Σίγουρο πως ήταν ασφαλή και η όλη

επέμβαση

έμοιαζε να εμφορείται

μάλλον

Από αδικαιολόγητη απουσία εμπάθειας





Tuesday, August 28, 2007

ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ


Ο Ενδυμίων δοκίμασε να περάσει
Από την μιαν άκρη του κόσμου στην

άλλην

με φέρυ-μπωτ

Ο πλους δεν θα'παιρνε πάνω από δέκα λεπτά
Άλλος επιβάτης δεν υπήρχε και ο

καπετάνιος

Δεν υπήρχε επίσης·

Και το φέρυ-μπωτ έπλεε σε θάλασσα κόκκινη
Τα σμαραγδένια πουλιά πετούσαν από πάνω

Ένας ήλιος ανέβαινε γρήγορα στο στερέωμα
Ενώ ένας άλλος κατέπεφτε στη θάλασσα

προκαλώντας σάλο

Εγείροντας κύματα τεράστια που
Άρχισαν να σείουν το καράβι,

Η ταραχή του κόσμου είναι μια πρόφαση
Για να μην αποκαλύπτεται ο ουρανός,

είπε τότε

ο Ενδυμίων,

Η Ιστορία τα γεγονότα οι αλλαγές
Οι κρίσιμες καμπές και τα σταυροδρόμια

Είναι μια παραπλάνηση απόσπαση προσοχής
Και γοητεία μοιραία που καταλήγει σίγουρα

σε θάνατο εντοιχισμένο σε

κύκλο

Μια θεϊκή απάτη ένα βαβυλώνιο όνειρο
Μετ' επιστροφής σε ωμοφαγία σκιών

Ανέστιοι, φυγάδες και εικονολάτρες
Θα επιστρέφουμε μονίμως στην αρχή

της περιπέτειας

ψάχνοντας για μια ακόμη

αντανάκλασή μας,

Φτάνουμε, ακούστηκε η φωνή του καπετάνιου
Που δεν υπήρχε, σε τρία λεπτά είμαστε στο

λιμάνι,

Ο Ενδυμίων κοίταξε από το φινιστρίνι
Και είδε τότε τη Σελήνη να τον περιμένει

Όπως την είχε αφήσει στην άλλη άκρη του κόσμου
Να κρατάει στα χέρια της ένα μήλο και ένα

καθρέπτη

στον ορίζοντα

Καλώντας τον να ξαναμπεί μέσα της
Κάτω απ' τα ασάλευτα φθινοπωρινά

σύννεφα





*************************************************
*************************************************
Στο gcast μπορείτε να ακούσετε ολόκληρο το αριστουργηματικό Τhe Tempest του Sibelius, βασισμένο πάνω στο ομώνυμο έργο του Shakespeare.

Sunday, August 26, 2007

LA RÉVOLUTION RÊVÉE


Πεθαίνανε κατά εκατοντάδες καθώς
Οι υπάλληλοι του δήμου έσερναν

το πληθυσμό

με τουριστικά πούλμαν

Από την μιαν άκρη της πόλης στην άλλην
Και τον άδειαζαν από το λιμάνι στη

θάλασσα,

Δεν προλαβαίνουμε να ζήσουμε, φωνάζαν
Οι άνθρωποι, πεθαίνουμε πολύ γρήγορα,

δεν μας έχει

ξανατύχει κάτι τέτοιο,

Ενώ απ' τα μεγάφωνα ακουγόταν
Ο ίδιος ο σάλος τους αναπαραγόμενος

σε κακίστη ηχητική,

Ώσπου να περαιώσουμε τις δουλειές
Της ημέρας, έλεγαν, οδηγούμαστε

αίφνης στα

νερά και

απολυόμαστε

Η τοσούτη διασάλευση του ρυθμού της ζωής
Από μια κάποια στοιχειώδη εξήγηση επί των

πεπραγμένων

δεν ακολουθείται,

Συμπέραναν εν τέλει και διστάζανε
Ν' αποφασίσουν ποιο ύφος ταίριαζε

καλύτερα

παρακλητικό ή θαρραλέο

Όπως και να 'χε όμως
Όποια απόφαση κι αν έπαιρναν

Ο κύκλος θα 'πρεπε να αφεθεί
Να κάνει τη διακανονισμένη

τροχιά του

Και όποιος ευρίσκετο φονευμένος
Δεν ήταν απαραίτητο να

διαμαρτυρηθεί


Friday, August 24, 2007

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΙΑΝΟ


Η γυναίκα με το πιάνο κτυπούσε με τα
Δάχτυλά της τον κόσμο μοίραζε το

θάνατο και τη ζωή

απ'το δωμάτιό της

Στις ισχυρές λευκόφωτες συγχορδίες της
Είπαν κάποτε πως ήταν τρελλή

το είπαν μάλλον επιπόλαια

Δεν μιλούσε δεν γελούσε δεν έκλαιγε
Ακλόνητη κοιτούσε τα χέρια της που

τρικυμιάζανε πάνω στα πλήκτρα

και τελικά

ούτε αυτά κοιτούσε

Ο κόσμος απέξω συνέχιζε να υπάρχει
Οι άνθρωποι πηγαίναν στις δουλειές τους

και πεθαίναν

η γυναίκα με το πιάνο

Δεν σηκωνόταν ποτέ απ' τη θέση της
Δεν έβγαινε ποτέ απ' το δωμάτιό της έξω

Κάποτε οι περαστικοί ακούγανε τους ήχους της
Από το δρόμο, δεν ξέρουμε ποιος μένει εκεί,

λέγαν ήρεμα,

Μάλλον κάποιος μουσικός, δεν τον είδαμε
Ποτέ, δουλεύει σίγουρα πολύ, συνέχιζαν

και τους κατέπινε ο δρόμος

δεν τους εμφάνιζε ποτέ ξανά

Πέρασε από τότε καιρός

Ο δρόμος ήταν έρημος πια
Ψυχή δεν υπήρχε τα σπίτια ήταν

άδεια

Μόνο ο ήχος του πιάνου ακουγόταν
Από πάνω ψηλά από το ίδιο κτίριο

Ο δρόμος άκουγε ασάλευτος νεκρός

Που και που και κάποιο στεγνό

στιγμαίο βήξιμο



************************************
************************************
Με το παρόν ποίημα άρχεται και μία νέα ενότητα ποιημάτων που φέρει τον τίτλο: "Η Βίβλος των Νεκρών".

Wednesday, August 22, 2007

Η ΛΑΜΨΗ ΤΟΥ ΜΕΣΟΔΙΑΣΤΗΜΑΤΟΣ


Ο Ενδυμίων αγαπούσε τα αεροδρόμια
Ήταν ο φυσικός του χώρος, έτσι έλεγε,

μάλλον το πίστευε

εκεί έβλεπε τη θάλασσα

εκεί και την έρημο

Και τα αεροδρόμια ήταν πάντα
Βομβαρδισμένα από όνειρα βιαστικά

ανθρώπων

αναχωρούσαν

έφθαναν

Ο πύργος ελέγχου ήταν ένας πελώριος κύκνος
Παρακολουθούσε έναν έναν ξεχωριστά

Περάστε, έλεγε, μόνο μην πάτε από κει

Ο Ενδυμίων δεν κατέφθασε ποτέ
Δεν πρόκειται ν'αναχωρήσει

Κοιμάται ο Ενδυμίων, συνέχιζε να λέει,
Μην σας ξεγελούν τα ανοιχτά του μάτια

Μη σας ξεγελούν οι αρμονικές κινήσεις του
Δεν είναι του κόσμου τούτου είναι πτήση

Μην τον ρωτήσετε τι ώρα είναι
Θα σας απαντάει πάντα τώρα

Μην του ζητήσετε φωτιά

Θα σας κάψει

Και ολοένα βύθιζε τη κεφαλή του ο κύκνος
Προς τα κάτω και μασούλαγε λαίμαργα

την λαχτάρα του κόσμου

που πηγαινοερχόταν

με κάτι σα χαμόγελο στα χείλη του


Sunday, August 19, 2007

FURTWÄNGLER III


το όραμα των κατόπτρων



Εγώ είμαι ο ξένος, εντοπιότητα δεν γνωρίζω
Αν μου αρμόζει σε αυτόν τον κόσμο τίποτε

δεν μου ανήκει

δεν ανήκω πουθενά,

Έλεγε ο μαέστρος στην άδεια αίθουσα της
Φιλαρμονικής του Πλήθους

Μιλούσε στο σκοτάδι μοναχός του
Κανείς δεν βρισκόταν εκείνη τη στιγμή

κοντά του

Κι οι τοίχοι φάνταζαν να μην υπάρχουν,
Μου φαίνονται ακατανόητα τα πάντα,

συμπλήρωσε,

Κι ακόμα περισσότερο ακατανόητη
Η παρουσία του εαυτού μου σε μορφή

ανθρώπου

σε ον που θέλει

Ότι σίγουρα κάθε μορφή δημιουργία πάσα
Είναι μια τερατώδης φυγή από τον ήχο

του πραγματικού

Ζούμε το requiem κάθε αλήθειας και
Είμαστε γι αυτό οι επίγονοι της κτήνωσης

σε μια ταλάντωση πένθους

μέσα σε κτίση ονειρικής υφής

Γιατί όνειρο είναι ο κόσμος όνειρο ασάλευτο
Με πειθώ μίας πραγματικότητας κι η εσώτερη

αλήθειά μας

Η πραγματική αλήθεια με πειθώ ονείρου·
Βλέπω σημαίνει είμαι τυφλός και ομιλώ

σημαίνει φυλακίζω

ωστόσο

Διευθύνω την ορχήστρα ίσως σημαίνει
Αποκαθιστώ μια κάποια τάξη στην

Δημιουργία του κόσμου άγριο νεφέλωμα
Την στρέφω πιθανώς προς μια ανοιχτή

οροφή

προς τα άνω

όχι προς τα άστρα φυσικά

Αλλά προς μιαν άλλη οροφή
Και από κει σε άλλη κι άλλη

Η άνοδος αυτή φαντάζει βέβαια τέλος
Να μην έχει· η άνοδος αυτή είναι και μία

Καταστροφή του υπαρκτού ανθρώπου
Προς όφελος αβεβαιότητας μεγίστης

Αρνούμαι όμως να μη βεβαιώσω και εγώ
Τη μία και μοναδική εικόνα που

παρουσιάζει ο κόσμος

απ' τη γένεσή του:

Ένας καθρέπτης απέναντι σε άλλον
Kαθρέπτη κι εντός αυτών τα αλλεπάλληλα

είδωλα

Σε ιχνοσειρά του απείρου - βλέπω εκ δεξιών
Και εξ αριστερών τους δυο μέγιστους πυλώνες

του κόσμου

δύο αντικρυστοί καθρέπτες

και τα ονόματα αυτών:

Αδάμ και Εύα
Ή αλλιώς, ο νους κι η ύλη

Σε βαλς θανάσιμου αντικατοπτρισμού
Σε βαλς υψίσημης ειδωλογένεσης

Ενώ ανάμεσά τους φλέγεται

η τετάρτη

του Μπραμς

Και κάθε ειδωλογένεση μια μορφή ανθρώπου
Έρχεται σε ύπαρξη μαζεύει φώτα διώχνει φώτα

Στρέφεται απελπισμένα σε ισχυρότερα φώτα
Καταπίπτει θρυμματίζεται και θνήσκει

Σε μι' αυταπάτη απώλειας φωτός ακόμα
Πιο ανόητη και θνήσκοντας εγείρει κι άλλα

κάτοπτρα

και άλλα

βαλς των πρωτοπλάστων

Ξανά και ξανά ως την οροφή του θεού
Όνειρο να καθρεπτίζει όνειρο σε αίμα

Μια αμφίβολη ψευδαισθησιακή τελετή
Όμως είν' αλήθεια πως η τετάρτη του Μπραμς

είναι μια πιο άρτια ψευδαίσθηση

από την Ιστορία

Άλλο τι να ξέρει κάποιος δεν χρειάζεται
Για πάντα από πάντα είμαι τώρα

Ο συνάγων και ο απολύων στο κενό
Ο αναχωρών κι ο επιστρέφων πουθενά


Θνήσκον φως σε άγρα κι άλλων ονείρων
Μείζων σκιά σε αναμονή του πραγματικού

η ανθρώπινη κατάσταση,

Και λέγοντας αυτά σηκώθηκε ο μαέστρος
Και κίνησε να βγει απ' την αίθουσα της

ορχήστρας

Άναψε τα φώτα και τα άφησε ανοιχτά
Άφησε τη πόρτα ανοιχτή και τον εαυτό του

επίσης

τον άφησε ολάνοιχτο

και πήγε να διαλυθεί ήρεμα στο δικό του

σκοτάδι






*********************************************
*********************************************
Με το παρόν ποίημα κλείνει η τριλογία "Furtwängler΅.
Προσετέθη στο gcast το έξοχο "Κουιντέτο για πιάνο σε ντο μείζονα", σύνθεση του μαέστρου, ενώ στο vodpod αναρτήθηκε ακόμα ένα video που παρουσιάζει το μαέστρο σε πρόβες στο Λονδίνο το 1948 επί της τετάρτης συμφωνίας του Brahms .

FURTWÄNGLER II


η δεξίωση



Ώστε διατείνεστε πως μια συμφωνία δεν είναι
Τόσο έργο ανθρώπου όσο δημιούργημα της

φύσης,

Είπε ο Dr.Goebbels στον ξερακιανό άνδρα
Που κοιτούσε αμήχανα το ποτό του μην

ξέροντας αν έπρεπε να το πιεί ή όχι

Η δεξίωση μόλις είχε αρχίσει και οι κανόνες
Δεν είχαν εισέτι παγιωθεί· η αυθαιρεσία

και το έλασσον θράσος κατά τις

προσεγγίσεις

Ήταν πράγματα μάλλον αναμενόμενα
Κι η καμαριέρα σερβίριζε το κλέος κατά

Προτεραιότητα εξ ίσου καιροσκοπική
Αν όχι πλήρως αναρχούμενη,

Nαι,

Ήρθε η απάντηση η που δεν ήθελε να
Απαντήσει, μια συμφωνία δεν είναι

Παρά το ύστατο προϊόν της φύσης
Όπως τα ύψιστα βουνά κι οι αχανείς

ωκεανοί

Και η ορχήστρα είναι το πλοίο ομού
Με την θάλασσα σε λάμψη αμείλικτη

ότι η τόση φανέρωση

εύκολα δεν αντέχεται

και ιδού ο μαέστρος

Ούτος μέλλεται ραγήναι εκ φωτός
Φως αποδίδοντας στα ερείπια του

σαρκόνοου

και τρόπαιο ανθρώπου

σε απομεινάρια πεπρωμένων

Κατά κάποιο τρόπο είμαστε για πάντα
Χαμένοι

Και κατ' άλλο τρόπο για πάντα σωσμένοι

Τούτο μόνο η συμφωνία μπορεί και το
Βεβαιώνει με τρόπο πλήρως πειστικό

Τούτο μόνο η συμφωνία μπορεί να το
Χειριστεί με τρόπο που δεν ενοχλεί την

ήδη περατωθείσα

διασάλευση του κόσμου,

Και γιατί θα 'ταν άπρεπο να χρησιμοποιήσουμε
Μια δύναμη της φύσης όπως η συμφωνία

προς ίδιον σκοπόν;

ρώτησε ο Dr. Goebbels

Ενώ η Μάγδα του 'κανε βουδδιστικές συστάσεις
Διακόπτοντας ανέμελα τον διάλογο,

Επειδή, απάντησε ο μαέστρος,
Θα χρειαστεί γι' αυτό να κολακεύσετε

τους μέτριους και τους ανεπαρκείς

O άνθρωπος δεν έχει άλλο σκοπό ει μη
Tον εαυτό του ως αυτοσκοπό

Ακόμη κι αν θα μπορούσε να γίνει θεός

Και μια συμφωνία άλλο τι δεν είναι
Παρά η κατάφαση του εαυτού της

ουδέν έτερον ληφθήσεται,

Η απόκριση αυτή δυσαρέστησε τον άνδρα
Του Ράιχ και απομακρύνθηκε όχι με μεγάλη

διακριτικότητα

είναι αλήθεια

μαζεύοντας απο παντού χαιρετισμούς και νίκες,

Σπέερ Σπέερ, φώναξε ο μαέστρος τότε στον
Άνθρωπο των χιλίων διλημμάτων, Σπέερ,

Που κοιτούσε σα χαμένος το μπουφέ,
Τώρα σε τούτο το σπενγκλεριανό σκοτάδι

Χρειάζονται οι άνθρωποι τον Μπετόβεν
Ότ' είναι στην έλλειψη φωτός που ακούγεται

ο ήχος

τόσο

πλήρης,

Κι αμέσως το μυαλό του
Κίνησε να φύγει απ' την έξοδο κινδύνου



Friday, August 17, 2007

FURTWÄNGLER Ι

η ομολογία


Ο άνθρωπος με τη βαλίτσα στο χέρι και τα
Τραίνα να τον πολιτογραφούν υπήκοο

του ξενίου τρόμου

μόνον

Με ένα σάλτο χειρός άνοιξε την άβυσσο
Ενώπιον της ορχήστρας - δεν γνωρίζουμε

κύριε

πώς να χειριστούμε αυτό το

όργανο,

Του είπε ο αρχιμουσικός της ορχήστρας,
Όμως ο μαέστρος δεν του απάντησε

Προτίμησε να ανοίξει κι άλλο βάραθρο
Μπροστά του και άλλο και άλλο

Έκπληκτος ο μουσικός υποχώρησε προς τα πίσω,
Θα συνεχίσουμε, είπε η εξώκοσμη φωνή, να

σκάβουμε

και θα σκάψουμε καλά και γερά

Έως ότου διαγνωσθεί ένα μεγάλο κοίτασμα
Ευγένειας στα άπατα του ήχου, ίσως έτσι

μπορέσουμε κάποια

στιγμή

Να οικειοποιηθούμε τη πραγματικότητα
Με όρους που αυτή τη φορά μας αξίζουν

Ίσως ανοίγοντας και ξανανοίγοντας βάραθρα
Ενώπιον μιας ασυντόνιστης και κακόηχης

ανθρώπινης τελετουργίας

Ψυχικών κουρελιών ελεεινών προσδοκιών
Και συσσωρευμένης υπαρκτικής γελοιότητας

Να κερδίσουμε

Την αναμόχλευση των παθών προς όφελος
Μιας αξιοπρέπειας άγνωστης ακόμα στην

ανθρωπότητα

Θα είμαστε για τούτο πιθανώς οι πρώτοι
Νοοναύτες εκτός επικρατείας λέξεων

και το έκπληκτο πλήθος

μπροστά μας

θα είναι όπως πάντα

Το από παλιά σιγουρευμένο κενό που ατενίζει
Άλλο κενό σε άχρηστο θρίαμβο κι ωφέλεια

Μπορούμε ωστόσο

Να κρατήσουμε τη γιορτή της δυνατότητας
Άνθρωπος ορίζεται το ον που αναμένει

άγνωστο τι άγνωστο γιατί

Και το πανόραμα της ανθρωπότητας είναι πάντα
Άθλιο, ωστόσο το πανόραμα του ανθρώπου

μπορεί να είναι

κάποτε θαυμαστό,

Οι μουσικοί τον άκουγαν μάλλον με φόβο
Παρά με ενδιαφέρον ενώ η θλιμμένη φιγούρα

έκανε προς τα πίσω και φάνηκε ότι

γλίστρησε για λίγο

πήγε να πέσει,

Άϊ στα κομμάτια πια, ψιθύρισε, και χάθηκε στη

νύχτα

Να προλάβει το τραίνο για Ζυρίχη




*******************************************
*******************************************
Μπορείτε να ακούσετε στο gcast δίπλα δεξιά στη παρούσα σελίδα ολόκληρη την *aριστουργηματική* 2η συμφωνία του Wilhelm Furtwängler (ενώ στο videopod λίγο πιο κάτω ένα μικρό απόσπασμα από μια ανεπανάληπτη performance του μαέστρου επί της 9ης του Beethoven τον Αύγουστο του 1951...).
Πέρα από κατά γενική ομολογία ιδιοφυής και κορυφαίος μαέστρος, ο Furtwängler υπήρξε επίσης και ένας χαρισματικός συνθέτης, αν και η ιδιότητά του αυτή επισκιάστηκε από τη θέση του στο podium...
Ασφαλώς θα πρέπει να σκύψει πάλι η κριτική στα προσωπικά έργα του (τα πολύ λίγα ) με μεγάλο ενδιαφέρον και να τους αποδώσει τη θέση που πραγματικά αξίζουν, κάτι που μόνον ο Daniel Barenboim στα πρόσφατα χρόνια εξ όσων γνωρίζω, επιχείρησε με μεγάλη διαγνωστική ευστοχία...

Thursday, August 16, 2007

Η ΜΕΓΓΕΝΗ

μνήμη Sylvia Plath


Ο θάνατος είναι λευκό πουκάμισο τη νύχτα
Πεταμένο στη γωνία του κόσμου, περιμένει

τα βήματα

όμως ο ερχόμενος έχει φτάσει

πριν ακόμα φτάσει·

Ο που θα το φορέσει τελικά είν' ορατός
Τον δείχνουν τα παιδιά στην ανηφόρα και

τον παίρνουν στο κατώπι

Κι ο που θα προσπεράσει είν' αόρατος
Στη μνήμη χάνεται σε σιωπηλή περιπολία·

είμι είμι

Ακούγεται η παρθένος φωνή και αμέσως
Συγκεντρώνεται ένα τεράστιο πλήθος

στη πλατεία

ελήλυθα

Λέγεται ότι παραμένουν εκεί όλη τη νύχτα
Και λέγεται ακόμη ότι η λευκοντυμένη

γυναικεία φιγούρα

Παραπατούσε όλη την ώρα στην άσφαλτο

Κανείς δεν κατάλαβε ότι χόρευε
Κανείς δεν είδε ότι είχε βγει στο δρόμο

χωρίς κάποιο φως να την συσφίγγει

πλέον

χωρίς καμμία λέξη πια να την συσφίγγει

Δεν ήταν εύκολο να δει κάποιος τη διαφορά
Ανάμεσα στο θάνατο και την ονομαστική του

εορτή

ει μη το θαμμένο μάτι του ποιητή
στην κινούμενη άμμο μιας απο παλιά

εκκρεμούσας

αφίξης νεκρών που εισέτι

διαφεύγει

Ει μη το ανήκουστο ανοίκειο μάτι του
Ποιητή που κατορθώνει πάντοτε

να εξαγνίζει το κόσμο

χωρίς ποτέ να του δίνει δεύτερη

ευκαιρία

Wednesday, August 15, 2007

ΒΙΛΛΑ ΑΦΡΟΔΙΤΗ



Η μεγαλοπρεπής οικία ευρίσκετο σχεδόν
Στο τέλος του χρόνου· εκ δεξιών σύρονταν

οι αιώνες σε δοξαστική ακολουθία

και εξ ευωνύμων η ελκυστική άβυσσός των

Ενώ στο κήπο οι καλεσμένοι περιφέρονταν
Υπνωτισμένοι ανάμεσα στις προτομές

του Αδάμ και της Εύας

Σαφώς ακουγόταν ο ήχος του αίματος ως
Ήχος ερπύστριας και βαρειές τροχαλίες

μετέφεραν

το ένοικο πνεύμα ολούθε

Ο Ενδυμίων και η Σελήνη είχαν άγρια αρπαχτεί
Και κάναν έρωτα ενώπιον των καλεσμένων

όμως αυτοί δεν φάνηκαν να εκπλήσσονται

Βάλθηκαν ν' αποκαθιστούν στη σωστή σειρά
Τους αιώνες, είναι προφανές, έλεγαν,

ότι λείπουν μερικοί

Ωστόσο αυτό δεν μας αποθαρρύνει, τονίζαν,
Είναι ευχής έργον ότι μπορούμε και ελέγχουμε

την δημιουργία σχεδόν πλήρη

εξ υψίστων και εξ απορρήτου,

Ο Ενδυμίων διεισέδυε ωστόσο όλο και πιο
Βαθειά στη Σελήνη ενώ από πάνω τους

απαύστως κινείτο η μονόφθαλμη τροχαλία

με εκκωφαντικό θόρυβο

Σύροντας το ληγμένο αίμα του κόσμου
Έξω απ'τη Βίλλα Αφροδίτη

Και κανείς δεν μπορούσε ν'ακούσει κάτι
Να'ρχεται απ'έξω - ποτέ δεν ακούστηκε

Πού και πού οι μακρινοί ήχοι

τρελλών σκυλιών

Μόνον

Tuesday, August 14, 2007

ΤΡΕΙΣ ΝΥΧΤΕΣ ΤΟΥ ΕΝΔΥΜΙΩΝΟΣ



νύχτα πρώτη ή Brueghel


Έσερναν τις ιστορίες των σωμάτων τους
Σε υαλώδη κόσμο με βαφές νεκρές

Δεν ήρθε ακόμη η φωτιά, μονολογούσαν,
Ας περπατήσουμε ακόμη ώσπου να

συναντήσουμε το μέλλον

Ας περπατήσουμε αργά ότι μπορεί
Να σκοτωθούμε σε τούτο το συνωστισμό

Ας πορευθούμε μ'επιφύλαξη ότι μπορεί
Ν'απωλέσουμε τη ψυχή μας στην έρημο αυτή

Ενώ ολόγυρά τους κόχλαζαν αίμα και σπέρμα

Ο κόσμος άλλαζε αυτοί όχι
Ο κόσμος πέθαινε αυτοί όχι

Ο κόσμος δεν υπήρξε ποτέ

Αυτοί απλά πιστεύαν
Για κάποιο λόγο άγνωστο

Συνέχιζαν να ζουν

Αυτό

Δεν ήταν προφανές ωστόσο


νύχτα δεύτερη ή Mozart

Από τα παράθυρα του πύργου
Έλαμπε η γιορτή

Απ'έξω δεν μπορούσανε να δουν
Ποιοι συμμετείχαν

Μόνο τα φωτισμένα παράθυρα ήταν
Ορατά στο κόσμο - απολύτως τίποτ'άλλο

Κι ακουγόνταν οι εύθυμες δοξαστικές φωνές
Κανείς ωστόσο δεν κατάλαβε ποτέ

Ποιος γιόρταζε και γιατί,
Ο πύργος ήταν από πάντα εκεί

Κανείς ποτέ δεν θέλησε να συμμετάσχει
Κανείς δεν πέρασε το κατώφλι του


νύχτα τρίτη ή Pound

Οι μέρες σας θα σας γλυτώσουν κάποτε
Οι ίδιες θα σας πάνε σώους στους εαυτούς σας

προφήτεψε ο πήλινος βασιλιάς

Στην έρημο μονάχος του
Δεν φαινόταν να τον απασχολεί αυτό

Ήταν φανερό πως απολάμβανε
Ν'ακούει μόνος του τις προφητείες του

Και ακόμα πιο φανερό
Να χτίζει ο ίδιος τους κόσμους εκείνους

Που θα υποδέχονταν αυτές τις προφητείες


Τότε ο Ενδυμίων ξύπνησε και άρχισε
Να μιλάει αργά μέσα στο σπήλαιο

Κανείς δεν τον πρόσεχε

Μόνη της κυκλοφορούσε η ηχώ της φωνής του
Στην βουή της από παλιά αλλόκοτης πόλης

Sunday, August 12, 2007

ΟΙ ΟΡΓΙΩΔΕΙΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΣΤΗ ΒΙΛΛΑ ΑΦΡΟΔΙΤΗ


Όταν πηδιόταν η Σελήνη με τον Ενδυμίωνα
Τα φώτα στη Βίλλα Αφροδίτη ήταν ανοιχτά

όλα εξ άλλου ήταν ανοιχτά

κι οι πόρτες και τα παράθυρα

εξ ίσου

Κι η Βίλλα φάνταζε νήσος σε ένα ωκεανό
Χωρίς θάλασσα δική του - ότι το κτίσμα ήταν

η θάλασσα

κι οι εραστές εντός

Και στον ορίζοντα τα φώτα των μακρινών πόλεων
Τρέμανε σαν έννοια και κάποτε φλογίζονταν

έξαφνα

Σε πυρκαγιά λέξης και τινάσσονταν άνω ταχέως
Το γεγονός αυτό οράτο με ευκρίνεια

από τους εραστές

και χύναν άγρια ο ένας στο στόμα του άλλου,

Το σπέρμα μου είναι η λέξη μου, πιστοποιούσε
Ο Ενδυμίων καθώς γέμιζε το στόμα της Σελήνης

με καυτή σώψυχη φούγκα λευκοτάτη,

Και σίγουρα εκ του στόματος της γυναικός
Καταλήγει στην φυλασσόμενη σελήνη

του στομάχου

Απ'εκεί θα πάει στο αίμα της και στο μυαλό της
Ωσάν λευκή δύναμη σκοταδιού μη εγνωσμένου

στο καιρό του

λέγω

Ότι η παύση του φωτός φώτισε τους αιώνες
Και η κατασίγαση του Λόγου ομιλείται πλέον

με λέξεις

ασφαλώς

Είναι τούτο μια απόδειξη ισχυροτάτη πως
Κάθε πράγμα το που φαίνεται στο κόσμο

Αυτό το ίδιο είναι η έλλειψή του, φερ'ειπείν,
Βλέπω εμπρός μου αυτόν τον πίνακα του

Μποτιτσέλλι

Σημαίνει ότι βλέπω το αποτύπωμα της απουσίας του
Και τα λουλούδια αυτά στη γλάστρα λίγο πιο κει

είναι οι ανεμώνες του μηδενός σε σχηματισμό

ανεμώνης

Ότι άγρια τα χέρια που έγδυσαν τον ουρανό
Και τον παρέδωσαν λυκόφως μες στο νου

να συσσωρεύεται σε αίμα κι ιστορία

να οργίζεται

να καταλήγει

Είμαστε οι εγειρόμενοι κάθε στιγμή που
Προκύπτει μια Αιωνιότητα έτοιμη

να γίνει χρόνος

Και είμαστε οι εκπεσμένοι με τα κόκκινα μάτια
Που καίγονται από όραση λέξεως από όραση

έλξεως

Την μάστιγα τούτη ας τη χειριζόμαστε καλώς
Έως ότου διανύσουμε το εν δευτερόλεπτον

του κόσμου

στην αργή του κίνηση

Είμαστε τόσο υπαρκτικά αργοί
Όσο και η λέξη που ομιλείται από στόμα

ανθρώπου

και βαρειά πέφτει στο έδαφος

και ποιείται πράγμα τι,

Η Σελήνη τον άκουγε ωσάν έναστρη λαμπάς
Τεταμένου σύμπαντος σε ωορρηξία

κι έχοντας τη λευκή φωτιά του στο στόμα της

πήγαινε και βόγγαγε

μες στο δικό του στόμα

Friday, August 10, 2007

DIRT TRACK DRIVER

Ελαχιστότατη η πρόσφυση του αμαξιού
Η δε της αγωνίας πρόσφυση μεγίστη

Στη βρώμικη πίστα του Anglewood, Νέα Ζηλανδία
Στη βρώμικη διαδρομή του κόσμου

Η πόση περιφρόνηση και χάρη που προκύπτουν
Από snobbery αλλόκοσμη:

Το τιμόνι όλο δεξιά
Τ'αυτοκίνητο στρίβει αριστερά στη πίστα

Ανάποδο τιμόνι και ανάποδο μυαλό:

ζωή σωσμένη

Είν' ας πούμε ό,τι πιο απρόσμενο
Μπορεί να συναντήσεις σε ανθρώπου κίνηση

Ό,τι πιο προκλητικό ό,τι μεγεθύνει περισσότερο

Την κωμική σημασία που 'χει ο θάνατος
Στην ακόμη κωμικότερη ανθρώπινη ζωή

Και χωρίς αμφιβολία

Aν θα πρέπει τη ζωή σου μέχρι τώρα

ν'αναλογιστείς

Δεν μπορεί παρά να καταλήξεις
Σ' ένα συμπέρασμα και μόνον:

Αν κάτι σε γλύτωνε αν κάτι σε διέσωζε

Την τελευταία στιγμή δεν ήταν άλλο απ'
Το γεγονός πως ήξερες ότι ο κόσμος τούτος

Πρόσφυση κατάλληλη για τ'όχημα του νου σου
Δεν προσφέρει - δεν θα ήταν δυνατόν εξ άλλου

Και τη νόηση οδηγούσες με ανάποδο τιμόνι
Αν όχι πάντοτε τουλάχιστον εκεί που έπρεπε

Στροφές και απότομα υψώματα η λάσπη πιο πολλή
Η που αδυνατεί ωστόσο να πιαστεί από κάπου

Καταρρέει πάλι προς τα πίσω·

Ανάποδο τιμόνι ανάποδη ζωή
Κεντρομόλος μεν υπάρχεις

μα με κίνηση φυγόκεντρη

Η ΟΡΧΗΣΤΡΑ ΤΟΥ ΔΟΥΡΕΙΟΥ ΙΠΠΟΥ

μνήμη Sir Georg Solti


Η ορχήστρα έπαιζε σε σημείο κεντρικό
Του Ίππου, όμως δεν ακουγόταν τίποτα

Κι οι επιβαίνοντες πλησιάζαν πιο κοντά
Μήπως και διακρίνουν έστω έναν ήχο,

Δεν ακούμε τίποτα, λέγαν όλοι, τι παράξενο
Κι αυτό, παίζουν αλλά ήχος δεν ακούγεται,

Παρ' ολ' αυτά οι μουσικοί συνέχιζαν
Αφοσιωμένοι στα όργανά τους

Ενώ η όλη κατανάλωση του χρόνου μηδαμώς
Επέφερε άκουσμα τι στ' αυτιά των επιβατών

Εν τέλει συνήθισαν ν'ακούνε την ορχήστρα
Δίχως ήχο, μάλιστα δε σιγοτραγουδούσαν

μουσικά μέρη

ο καθένας και διαφορετικό

Ωστόσο η πολυφωνική αναστάτωση ολόγυρα
Δεν φάνηκε να επηρεάζει τον μαέστρο

άηχα κινούσε τα χέρια του
άηχα οι μουσικοί εκτελούσαν,

Πιθανώς η ορχήστρα δεν υπάρχει
Γι'αυτό και δεν ακούγεται ήχος,

παρατήρησε κάποιος,

Εκτός αν οι μη υπαρκτοί είμαστ' εμείς
Όπως και να'χει δεν είναι εύκολο

να διαπραγματεύεται κανείς

Με το οριστικό της εικόνας, αναζητούνται
Σε κάθε περίπτωση όλα τα εξαρτήματά της

αλλιώς δεν ξέρουμε κι εμείς

τι να υποθέσουμε

Οι απαιτήσεις από τη πραγματικότητα
Είναι πάντοτε αυξημένες για καλή

ή κακή μας τύχη

Αν και σίγουρα μονόφθαλμη τύχη,

Ίσως ούτε η ορχήστρα ούτε κι εμείς
Υπάρχουμε, πετάχτηκε κάποιος άλλος,

δεν αποκλείεται, του είπαν,

Των ολοένα αυξανομένων υποψιών περί της
Φάρσας της δημιουργίας ουδόλως υπερείχε

το τραχύ ταξίδι του Ίππου

προς το τέλος της Ιστορίας

Αν και αμφισβήτησεις περί της ύπαρξης αυτού
Μηδέποτε ηγέρθησαν

Wednesday, August 8, 2007

GLORIA, DIXIT DOMINUS, MAGNIFICAT

Οι Τρώες είχανε πεισθεί πως
Η ουδετερότητα της προσδοκίας

ήταν

μια κάποια ασφάλεια απέναντι

στο άγνωστο

Λέγαν, δεν υπάρχει θεός δεν υπάρχει,
Ωστόσο αδίστακτα δηλώναν άλλως

ε κάτι θα υπάρχει

Το αυτό εκμυστηρεύονταν
Και για τυχόν ζωή μεταθανάτιο

ε κάτι θα υπάρχει

Και πάντα κάτι αιωρείτο στα λόγια τους
Σε αναμονή για ο,τιδήποτε

Το κάτι παραπάνω, λέγαν όλοι εν χορώ,
Τούτο ζητούμε και τούτο επιθυμούμε

Το κάτι άλλο, ξαναλέγαν εν οργάνοις,
Τούτο σίγουρα μας αναμένει, ας χαρούμε

από τώρα ότι

Κάτι θα γίνει δεν μπορεί·

Κατέληγαν πάντα εν εκστάσει μ'ένα κάτι
Να τους κρατάει στη ζωή και ως σκιάχτρο

θάνατο να διώχνει

Αυτό το κάτι εκτεινόμενο σε διαστολή νοός
Εν απειρότητι και τραγική σμικρύνσει

Ήταν ο θεός των Τρώων

Με κάτι πάντα να τον εμποδίζει να επέμβει
Αφήνοντας την Τροία αμήχανη

Να οργίζεται με ξέφρενες γιορτές χαράς
Θυμώνοντας σε κάθε γέλιο

Γελώντας σε κάθε θυμό

Tuesday, August 7, 2007

Η ΑΡΠΑΓΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ


Η κόσμος είναι μια φωτεινή νύχτα, Ενδυμίων,
Παραμιλούσε η Σελήνη στον ύπνο της, είναι

το έρκος των πραγμάτων

στη μισάνοιχτη αλήθειά τους·

εμείς προβάλλουμε

Και όχι κάτι άλλο έξω από μας - είμαστε
Γι'αυτό η ειρκτή του ουρανού με όρους

γλυκείς

Και ο νους μου είναι ο αποκλεισμός μου·
Στη χώρα του πραγματικού

Ανάγκη να σκέπτομαι δεν θα την είχα
Ούτε καν ανάγκη να υπάρχω για να

είμαι

επιθυμώ συνεπώς εκκινούμαι σε ύπαρξη
επιθυμώ συνεπώς δεν είμαι εγώ ακόμη


Ή μην θαρρείς ότι μπορεί πραγματικό να είναι
Εκείνο που ποτέ δεν είναι ίδιο και αλλάζει;

τα κύματα δεν είναι αληθινά

μονάχα ο βουβός ακίνητος πυθμένας

Ότι είμαι ιλύς και είμαι αίμα που απλώνεται
Ωσάν σαγήνη αγκιστρωμένη επί της κόσμου

Είμαι φώτα πεταμένα στο κατάστρωμα

της Ευρώπης

οι περαστικοί φεύγουν γρήγορα

Και είναι η κόσμος όνειρο δικτυωτό που πνέει
Μέσα στα λίθινα μάτια των υπνοβατών

Είμαστε οι ονειρευόμενοι και είμαστε ακόμη
Το όνειρο που ονειρευόμαστε


Το τετελεσμένο που δεν τελείωσε και η αρχή
Που δεν εκκίνησε - υετός υετός βρέχει όντα

ο παλμός

Όπως οι στοές που βαρύνονται με αχούς
Και τα φρέατα που ξεχειλίζουν στον ύπνο

είμαστε ο πηλώδης παλμός

σερνόμαστε όπως η εκκρεμότητα

-μία υπάρχει στην κόσμο

Αυτή θα μας επισύρει συνεχώς στη κοιλάδα
Του Ιωσαφάτ, Ενδυμίων, είμαστε οι ζωντανοί

Που κάποτε θ'αναγκαστούμε να πεθάνουμε
Για να ζήσουμε και είμαστε οι νεκροί που

Δεν μπορούμε να θυμηθούμε πότε πεθάναμε
Σχεδόν αδύνατον να εντοπίσουμε πού

υπήρξαμε για πρώτη και υστάτη

φορά

Ευρώπη, λέγω, Ευρώπη


Το θέατρο των επιχειρήσεων είναι η επιχείρηση
Του θεάτρου, θέατρο σκιών, ο λέων της κόσμου

το κλονισμένο τοτέμ της πρώτης φυγής

και

το μέγα είδωλο της επιθυμίας

Και βέβαια η μεγίστη επιθυμία για το είδωλο
Η χαμένη ήπειρος ίσως όχι για πάντα

ίσως ούτε και τώρα

Και κάποτε η αρπαγή είναι ο μόνος τρόπος
Για να προσθέσουμε και όχι να αφαιρέσουμε

Και κάποτε

Η αρπαγή της κόσμου είναι το σίγουρο βήμα
Για να εξισώσουμε την αξιοπρέπεια με την

οραματική Βιέννη του παραδείσου

Γιατί αλήθεια είναι πως οι άνθρωποι κατά κανόνα
Υπάρχουν μόνο για να παρακολουθούν,

Αφού είπε και αυτά η Σελήνη κατέπεσε ξανά
Σε βαθύ ύπνο

Με τα μάτια ανοιχτά

και μ' εκείνη τη τρομώδη νύχτα

εσώκλειστη σε σκιώδη όνειρα

Sunday, August 5, 2007

ΕΓΚΛΗΜΑ ΣΤΗ ΒΙΛΛΑ ΑΦΡΟΔΙΤΗ


Ο άνθρωπος που αδειάστηκε στη πισίνα
Νεκρός, δήλωσε πως τον λέγαν Έσπερο

Κυμάτιζε στο νερό ενώ ανήσυχος κοιτούσε

το ρολόι του,

θα βάλω το ξυπνητήρι,

Είπε, να με ειδοποιήσει όταν είναι να
Ξαναγεννηθώ - ως τότε ας κοιμηθώ,

Οι καλεσμένοι στη Βίλλα Αφροδίτη είχαν
μαζευτεί από πάνω του και τον κοιτούσαν,

να ένας νεκρός, έλεγαν,

Καίτοι η ζωή βιαίως απεσύρθη εξ αυτού
Κάθε άλλο όμως παρά βιαιότητα διακρίνουμε

στην αιώρηση του πτώματος

εντός των υδάτων

Κι ακόμα το πτώμα μιλάει και συμπεριφέρεται
Ωσεί ζωντανός άνθρωπος - τούτο μας φαίνεται

παράδοξο μέγα

Αν υποθέσουμε πως ο νεκρός δεν κατανοεί
Ότι νεκρός ήδη είναι τότε τίποτε

δεν μας εγγυάται

Πως κι η ζωή εδώ είναι ζωή ή δείχνει
Τέτοια κι ως εκ τούτου ελκυστική

επειδή εμείς δεν κατανοούμε ακόμη

το γεγονός του βαρέως θανάτου

που σύραμε εδώ κάτω

Σίγουρα μια τέτοια εκδοχή είναι τρομώδης
Και δύσκολα μπορούμε να τηνε πιστοποιήσουμε

ή να την διαψεύσουμε

Είναι καλύτερο μάλλον να προχωρούμε
Και αν τύχει και καταλάβουμε πως είμαστε

οι νεκροί

μηδείς γινωσκέτω μηδείς

του μαύρου θαύματος

Μήποτε ας γνωρίσει η δεξιά μας
Τι σκέπτεται η αριστερά μας

Ίσως έτσι ξεγελάσουμε το νου κι ο δολοφόνος
Που όλα δείχνουν πως ήταν εμείς οι ίδιοι

προς τον εαυτό μας

να μην αποκαλυφθεί

Θα στείλουμε τη σκοτία να κυριαρχεί
Θα καθυποτάξουμε το φως της ημέρας

για τους σκοπούς αυτής της πρωτόγνωρης

νύχτας

Κατηγορηματικώς αρνούμενοι οιαδήποτε
Σχέση μας με το έγκλημα - δεν είμαστε εμείς

θα λέμε ρητώς και με πάθος

εμείς απλά ήλθαμε εδώ

στη Βίλλα Αφροδίτη

Εμείς χτίζουμε τις γέφυρες και τις πόλεις
Προς άγνωστο πέρας ευχόμενοι πέρας μην έχει

Είμαστε γι'αυτό η κατάρα που ευλογεί τη γη
Με στροφορμές ονείρων και πεποιθήσεων

Τούτος ο βασιλικός τροχός

θα είναι το πηδάλιο της γαίας

κι εμείς θα τον χειριζόμαστε

Αδύνατον πλέον να επιστρέψουμε πίσω
Χωρίς να μην αιτεί η νέα πραγματικότητα

τα υπέρλαμπρα ελεεινά της δίκια

Αδύνατον να ξαναγίνουμε θεοί εθελουσίως
Αν πρώτα δεν εκπληρωθεί τούτη η σαρξ

σώμα ξένο σε νόηση ξένη και εμείς

Είμαστε οι ξένοι που φέρουν την επιθυμία
Της εντοπιότητας - αίμα και φως χυτό

Είμαστε όχι κάπου ούτε παντού

Απλά φαινόμαστε

Το γεγονός αυτό κι οι απροσδιόριστες συνέπειες
Που επιφέρει ας είναι πάντοτε

η κομψή ασταθής σταθερότητά μας

Το πλέον δύσχρηστο βάρος που τόσο εύκολα
Λυγίζει στην αιφνίδια ανάταση της στιγμής

στην παρόρμηση του μέρους

να γίνει μέρος έτι περισσότερο

Η πλάνη ας γίνει ο θεουργός μας φάρος
Τα δε θύματα αυτής οι τιμώμενοι μάρτυρές της

Είμαστε το αλόγιστο το ακατονόμαστο

με χάρη παιδική

Saturday, August 4, 2007

UN POCO SOSTENUTO


Αυτή τη στιγμή ακινητώ, σκέφθηκε ο
Ενδυμίων πεσμένος μπρούμυτα στο

χώμα

με τα χέρια απλωμένα σ' έκταση

Ενώ η Σελήνη ερχόταν από ελικοειδές ύψωμα
Να τον συναντήσει - κρατούσε στα χέρια της

νήμα και άμμο,

Ακούω μόνον την υστάτη χθώνα την
Ανάσα μου να πηγαινοέρχεται στο σώμα μου

Ο εξωτερικός κόσμος έχει αποσυρθεί με
Τρόπο φυσικό και πρέποντα έξω απ' τη

στοά της αναπνοής

Κι η όλη οχλαγωγή των ανθρώπων η άσκοπη
Η πάντοτε αναδρομέουσα εκτοπίζεται

ακούω μόνο την ανάσα μου

ώστε ακόμη και ο άνεμος εγκλείεται

Ήχος τόσο απέριττος και τόσο πλήρης
Που θα'λεγε κανείς πως κάθε άλλη

περαιτέρω αναμόχλευση

επί των περιρρεόντων

την ατμόσφαιρα

Δεν θα ήταν απλώς άχρηστη αλλά και
Επιζήμια, η όλη κατάφαση της ζωής λέγω

πρέπει κάποτε να απλοποιείται

Πρέπει κάποτε να επισημοποιείται
Στην πιο αγνή μείξη της σοφίας

με το πλέον στοιχειώδες

Είμαστε συνήθως πρότεροι ή ύστεροι σοφοί,
Κατέληγε ο Ενδυμίων στη σκέψη του ενώ

το σώμα του δεν ήταν παρά

φωτοβόλος κορμός έννοιας

σε κατώτερη επικράτεια,

Πάντα θα σκοντάπτουμε με απίστευτη
Ακρίβεια και θα καταπίπτουμε με στυλ

μοναδικό

Επί της σίγουρης φάλαγγας των βλεμμάτων
Των συρρευσάντων να εξακριβώσουν

αυτοκινητιστικό δυστύχημα τι

βλέποντας ωστόσο μονάχα

χαλάσματα χωρίς πληγέντα

Τούτο βεβαίως στενοχωρεί το άνομο πλήθος
Το συγκεντρωθέν να διαπιστώσει κάποια

ευχάριστη στις αισθήσεις τραγωδία

Τούτο βεβαίως σκανδαλίζει τους ορώντες
Που πρωτίστως ανεζήτουν κάποιο θύμα

με τα τροχώα βλέμματά των

Όμως είναι αλήθεια πως

Ουδέν άλλο

Εκ της εξωτερικής παρατηρήσεως
Δύναται να διαπιστωθεί ει μη το

παρόραμα του παρατηρούντος

Η ζωή όλη είναι μια αβλεψία
Κανείς ποτέ δεν την παρατηρεί

ει μη ο νεκρός

που τον ξαναφέρνει η ανάσα του

πίσω στον κόσμο

Friday, August 3, 2007

ΕΚΤΕΛΩΝΙΣΜΟΣ ΟΡΑΣΕΩΣ

Έτσι κι αλλιώς σύνορα δεν υπάρχουν
Αν υπάρχει κάποιο σύνορο τότε δεν είναι άλλο

Απ' τη πεποίθηση πως υπάρχουν σύνορα

Άδειος σάκκος το ανθρώπινο:
Από δω η γνώμη κι από κει το που συμβαίνει

Κι ο σκοπός της Ιστορίας δεν οράται σε Ιστορία
Αλλά στην άρση της - του λόγου εκμαγείο νεκρικό

Οι κυλιόμενες σκάλες των γεγονότων
Και τα λειψά αίματα των στροφών

Σε Ιστορία δεν λέγονται· όχι, είν' η απάτη
Η μεσημεριανή που συντηρεί ένα όραμα

ερασιθάνατο μακράς προοπτικής

Και κάποτε ο ήλιος είναι η
Λευκόχρυση αρρώστεια της ορατότητας

Γέρνει επί της πόλεως σα κόλαση
Και αρνείται να δύσει

Εκεί σκαρφαλωμένος στο ζενίθ του κόσμου

Θα μιλήσει ξανά για εγκλήματα γενεών περασμένων
Θα εμφανίσει τη φωτογραφία της μνήμης

καθ'εαυτής

Θ'αρνηθεί να δύσει

Καθώς οι διαβάτες παγώνουν
Μένουν ακίνητοι ψελλίζουν

νεκρά ωσαννά

Από ταριχευμένα στόματα λόγου

Κι είναι στ'αλήθεια ο ποιητής ο όμηρος
Του κόσμου, άγαλμα στη κεντρική πλατεία

Αθέατο ακόμη στη πυκνή βροχή

Thursday, August 2, 2007

Ο ΚΑΘΕΔΡΙΚΟΣ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ


ο καθημερινός μονόλογος του Ενδυμίωνος

Το πέρασμα δεν ήταν πάντα σαφές και ευκρινές
Έπρεπε πρώτα ν'ακινητοποιείται ο κόσμος

Κατ' επιλογή ή κατά τύχη σε εικόνα μία
Κι ύστερα να δημιουργούνται μες στη νύχτα

οι διαβάσεις κι οι σταθμοί

Τουτέστιν τα παγωμένα όνειρα οι θάνατοι
Κι η εμφάνιση των νεογνών κατά την αυγή

όλες οι σιδηροδρομικές γραμμές

Κι οι άνθρωποι ξεγελασμένοι πίστευαν βαθειά
Πως το ενώπιόν τους ήτανε τυχαίως

προσφερόμενο

έτσι χωρίς αιτία και σκοπό,

Απλά βαδίζουμε, έλεγαν με το βλέμμα σκυμμένο
Ακόμη και όταν υψούτο, απλά συλλέγουμε και

μας συλλέγουν

άγνωστο τι άγνωστο ποιοι

μπορεί και κανείς

Όμως ακόμη κι αν το δεύτερο συμβαίνει
Τότε αυτός ο Ούτις μας συλλέγει

μας συλλέγει ο Ούτις,


Και νύκτωρ συνέχιζαν να υμνούν ενώ
Από παντού οι αιώνες συνέρεαν σαν πόνοι

Ανακάθονταν στα στασίδια των προπατόρων
Και κοιτούσαν με βλέμμα λυτό τους επιγόνους

δεν είναι εξακριβωμένο αν ζητούσαν κάτι

ούτε βέβαιο ότι εξασφαλίζαν μια

συνέχεια

Οι άνθρωποι πάντως φρόντιζαν να περιμένουν
Τον θάνατο με όσο το δυνατόν καλύτερους

όρους,

Ιδού, λέγαν, έχουμε γη στρογγυλή και έχουμε
Αλληλοδιαδοχή ημέρας και νυκτός σε τακτική

βάση

Το μόνο που μας μένει είναι και η καταγραφή
Αυτών σε βιβλία - σίγουρα η αναπαράσταση

Μέλλει να μας εντυπώσει στη μνήμη της γης
Ότι η τελετή αυτή ίσως μας οδηγήσει κάπου

Όπου κι ο θάνατος μπορεί να λάβει
Κάποιο νόημα αναδρομικά προς όφελος

των γενεών,


Κι οι κινήσεις τους όλες ήταν προς αυτό τον σκοπό
Υπήρξαν πολύ αργές τόσο δυσκίνητες υπήρξαν

πολύ φανερές

Με ολοένα αυξανομένη επιβράδυνση και
Συσσωρευμένη προϊούσα καθίζηση

Η έλξη προς τα κάτω αξιολογήθηκε τότε
Ως η ανέλιξη μες στους αιώνες ως το

εκ των ουκ άνευ θαυμαζόμενο

Και η θλίψη των ανθρώπων παρατηρείτο ανά
Διαστήματα ως μη μετέχουσα της όλης

παράδοξης εορτής

Το πέρασμα του χρόνου συνήθιζε όπως πάντα
Να μαζεύει τις απογευματινές βόλτες τους

στα ανέμελα πάρκα των πόλεων

Όμως αίνιγμα ακόμη παραμένει
Η ακινησία των κορμών των δένδρων

Εν τω μέσω αγνώστου βυθού

Κι η πτήση της σκέψης κατά πολύ μακρύτερα
Των προβλεπομένων ωκεανών των λέξεων

Είθισται έκτοτε να συλλέγουν τα θαύματα

από τις στάχτες και μόνον