Friday, August 24, 2007

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΙΑΝΟ


Η γυναίκα με το πιάνο κτυπούσε με τα
Δάχτυλά της τον κόσμο μοίραζε το

θάνατο και τη ζωή

απ'το δωμάτιό της

Στις ισχυρές λευκόφωτες συγχορδίες της
Είπαν κάποτε πως ήταν τρελλή

το είπαν μάλλον επιπόλαια

Δεν μιλούσε δεν γελούσε δεν έκλαιγε
Ακλόνητη κοιτούσε τα χέρια της που

τρικυμιάζανε πάνω στα πλήκτρα

και τελικά

ούτε αυτά κοιτούσε

Ο κόσμος απέξω συνέχιζε να υπάρχει
Οι άνθρωποι πηγαίναν στις δουλειές τους

και πεθαίναν

η γυναίκα με το πιάνο

Δεν σηκωνόταν ποτέ απ' τη θέση της
Δεν έβγαινε ποτέ απ' το δωμάτιό της έξω

Κάποτε οι περαστικοί ακούγανε τους ήχους της
Από το δρόμο, δεν ξέρουμε ποιος μένει εκεί,

λέγαν ήρεμα,

Μάλλον κάποιος μουσικός, δεν τον είδαμε
Ποτέ, δουλεύει σίγουρα πολύ, συνέχιζαν

και τους κατέπινε ο δρόμος

δεν τους εμφάνιζε ποτέ ξανά

Πέρασε από τότε καιρός

Ο δρόμος ήταν έρημος πια
Ψυχή δεν υπήρχε τα σπίτια ήταν

άδεια

Μόνο ο ήχος του πιάνου ακουγόταν
Από πάνω ψηλά από το ίδιο κτίριο

Ο δρόμος άκουγε ασάλευτος νεκρός

Που και που και κάποιο στεγνό

στιγμαίο βήξιμο



************************************
************************************
Με το παρόν ποίημα άρχεται και μία νέα ενότητα ποιημάτων που φέρει τον τίτλο: "Η Βίβλος των Νεκρών".