Saturday, August 4, 2007

UN POCO SOSTENUTO


Αυτή τη στιγμή ακινητώ, σκέφθηκε ο
Ενδυμίων πεσμένος μπρούμυτα στο

χώμα

με τα χέρια απλωμένα σ' έκταση

Ενώ η Σελήνη ερχόταν από ελικοειδές ύψωμα
Να τον συναντήσει - κρατούσε στα χέρια της

νήμα και άμμο,

Ακούω μόνον την υστάτη χθώνα την
Ανάσα μου να πηγαινοέρχεται στο σώμα μου

Ο εξωτερικός κόσμος έχει αποσυρθεί με
Τρόπο φυσικό και πρέποντα έξω απ' τη

στοά της αναπνοής

Κι η όλη οχλαγωγή των ανθρώπων η άσκοπη
Η πάντοτε αναδρομέουσα εκτοπίζεται

ακούω μόνο την ανάσα μου

ώστε ακόμη και ο άνεμος εγκλείεται

Ήχος τόσο απέριττος και τόσο πλήρης
Που θα'λεγε κανείς πως κάθε άλλη

περαιτέρω αναμόχλευση

επί των περιρρεόντων

την ατμόσφαιρα

Δεν θα ήταν απλώς άχρηστη αλλά και
Επιζήμια, η όλη κατάφαση της ζωής λέγω

πρέπει κάποτε να απλοποιείται

Πρέπει κάποτε να επισημοποιείται
Στην πιο αγνή μείξη της σοφίας

με το πλέον στοιχειώδες

Είμαστε συνήθως πρότεροι ή ύστεροι σοφοί,
Κατέληγε ο Ενδυμίων στη σκέψη του ενώ

το σώμα του δεν ήταν παρά

φωτοβόλος κορμός έννοιας

σε κατώτερη επικράτεια,

Πάντα θα σκοντάπτουμε με απίστευτη
Ακρίβεια και θα καταπίπτουμε με στυλ

μοναδικό

Επί της σίγουρης φάλαγγας των βλεμμάτων
Των συρρευσάντων να εξακριβώσουν

αυτοκινητιστικό δυστύχημα τι

βλέποντας ωστόσο μονάχα

χαλάσματα χωρίς πληγέντα

Τούτο βεβαίως στενοχωρεί το άνομο πλήθος
Το συγκεντρωθέν να διαπιστώσει κάποια

ευχάριστη στις αισθήσεις τραγωδία

Τούτο βεβαίως σκανδαλίζει τους ορώντες
Που πρωτίστως ανεζήτουν κάποιο θύμα

με τα τροχώα βλέμματά των

Όμως είναι αλήθεια πως

Ουδέν άλλο

Εκ της εξωτερικής παρατηρήσεως
Δύναται να διαπιστωθεί ει μη το

παρόραμα του παρατηρούντος

Η ζωή όλη είναι μια αβλεψία
Κανείς ποτέ δεν την παρατηρεί

ει μη ο νεκρός

που τον ξαναφέρνει η ανάσα του

πίσω στον κόσμο