Tuesday, February 23, 2016

ΚΥΜΑΝΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ





Τα δύο γυμνά σώματα στο σκοτάδι
Επάλλοντο κατά ρυθμική αναπνοή

Όχι του σύμπαντος, αλλά της μίας
Πολύφωτης νυκτός του· υπήρχανε

Παντού σκιές περιπλανώμενες στην
Παγκόσμια λεωφόρο, τα μοτέλ ήταν

Ανοιχτά μονίμως και οι άνθρωποι 
Δεν καταλαβαίναν πάντα πως δεν

Βρίσκονταν σπίτι τους αλλά σ' ένα
Ταξίδι που δεν τελείωνε ποτέ ει μη

Μόνον στην θεότητα·

Στο βάθος τα πελώρια κτίσματα σε
Σχήμα Π ήταν φωταγωγημένα καθ'

Όλη την διάρκεια της νυκτός ενώ
Ολόγυρα άστραπταν τα σφαιρικά 

μοτέλ

ως εάν

Ισχυοφάνειες μιας άπειρης δύναμης
Που συγκρατούσε πάντα τα όντα σε

Μια γέφυρα 'πό το άγνωστο προς ένα
Πρωθύστερο άγνωστο ή μάλλον στην 

αναθύμησή του·

Ο οργασμός της γυναίκας στο δώμα
Του μοτέλ, κέντρου και απόκεντρου

μαζί ενός ξεχωριστού κόσμου,

ακούστηκε δριμύτατα

φωνηεντικός·

Αργότερα εφόρεσε το σαρί της και
Βγήκ' έξω στον κήπο, άνθος έναντι

ανθών,

Καθώς την σιγηλή ομορφιά της στιγμής
Δεν θα μπορούσε να τη τέμνει κάτι άλλο,

Στο κόσμο δεν υπήρχε πια κοινή θέα
Δεν υπήρχε τίποτε κοινό πλέον ει μη

η ίδια αρχαία, τόσον ελεύθερη πια,

σιωπή·