Sunday, February 28, 2016

CAFÉ D' ÊTRE






Το μεγαλύτερο Καφέ της Γαιοπόλεως
Έπιανε τόση έκταση όση τριών νήσων

Μαζί, τα δ' εναιωρούμενα στον αέρα
Τραπέζια του, φωτίζονταν ολόκληρα

Από χρυσοκόκκινο φως με αποτέλεσμα
Μεγάλα τμήματα του Καφέ να φαίνουν

Από μακριά ως ηφαιστειακά λουτρά της
Ψυχής όταν αυτή σπανίως ξεκουράζεται

Από τη καταδρομή των εντυπώσεων στα
Έκπληκτα ανθρώπινα μάτια και δεν έχει

Λόγο σοβαρό να μην αναζητεί όχι μόνον 
Την περιπέτεια, μα προπάντων το θεϊκό

Εκκρεμές κάθ' έννοιας που αυτή τη φορά
Δεν οριζότανε τόσον από την αφηρημένη

νόηση

Όσον από την προστιθέμενη επινόηση επί
Συμπροσαχθεισών προθέσεων διάχυσης σ'

όλη

την φωταγωγημένη επιφάνεια της Γαίας·

Ολόκληρος ο κόσμος είχε αποβεί λοιπόν
Ένα μήνυμα και οι άνθρωποι το νοούσαν

Χωρίς να το συνειδητοποιούν μόνον και
Μόνον περπατώντας ή οδηγώντας μέσα

σε αυτόν,

Σε μιαν άκρη μάλιστα του Καφέ το αιέν
Ταξιδιωτικό ζεύγος επεδίδετο σ' αθρόες

περιπτύξεις,

Η δε περιρρέουσα ομιλητική βοή από τ'
Άλλα τραπέζια, δεν συνιστούσε ακριβώς

κάτι παράλληλο,

σίγουρα όχι κάτι διασταυρούμενο,

Αλλά μάλλον ένα σύμπτωμα συνολικής
Φωτιάς που διατηρούσε τα πάντα προς

αγρύπνια ζωής,

Ή, ας πούμε, πως έτσι κι αλλιώς ο κόσμος 
Δεν κυριαρχούσε πια, δεν είχε καν νόημα

ως αποτέλεσμα,

ασφαλώς δεν ήταν και αιτία,

Αλλά συνιστούσε αφορμή·

Ανεκτή, ή όχι δυσοίωνη, αφορμή 
Για να μην υπάρχει πλέον αυτός,

αλλά μονάχα οι άνθρωποι·