Wednesday, May 27, 2015

POST-EUROPE


Εν τέλει, εκ των ανθρώπων άλλοι κατά
Μήκος της ζωής τους ξυπνούσανε στα

Σκανδιναβικά χιόνια, και άλλοι, πιθανώς
Οι περισσότεροι, σε ήσυχες, διακριτικές

ακτές της νήσου Μάλτα·

Εκ των δύο μη εγνωσμένων, αδιοράτων
Πόλων της βιωτής, οι μεν επιχειρούσαν

Να ανοίξουν πελώρια καταστήματα σε
Λεωφόρους που συνέδεαν το ημίφωτο

Μυαλό τους με τον βαθύγονο τελετάρχη
Ατλαντικό Ωκεανό, ενώ οι δε, ορισμένως,

Εγένοντο πλανόδιοι φωτογράφοι συχνώς
Περιπατούντες ολίγα εκατοστά πάνω απ'

Την επιφάνεια της Μεσογείου θαλάσσης·
Το μάλιστα σημείο προσύγκλισής τους δεν 

Εντοπιζόταν γεωγραφικώς, αλλά χρονικώς·
Οι ίδιοι συναντούσαν πάλι τους ίδιους όσον

Οι Αιώνες προχωρούσαν ασταμάτητα προς
Το πουθενά του σύμπαντος· καλημερίζονταν,

Αγαπιόνταν, διαπληκτίζονταν, μισούσαν σαν
Τρελλοί αλλήλους, διέπρατταν εκεχειρίες, με

Λίγα λόγια, όπως πάντα, δεν ήξεραν τι τους
Γίνεται, θεωρώντας, ακόμα, πως ήξεραν όσα 

η εποχή

επέτρεπε·

Τυφλή η ανθρωπότητα εξοδεύετο διαρκώς σε 
Ένα προκεχωρημένο γλέντι συνομιλίας, τόσον

Αχρείαστο όσον και τα υπνωτισμένα άστρα 
Στα βάθη του διαστήματος, ενώ ελέχθη μια

Φορά κι ένα καιρό πως η Μαρία Μαγδαληνή
Βαριόταν σα τρελλή τον πολυκερματισμό της

κατά τα άλλα 

συμπαθούς Μάρθας·

Ενός δε έστι χρεία, της επανέλαβε κι αυτή με
Την σειρά της μετά τον ομιλούντα χρυσόλιθο  

Που απεκλήθη Ιησούς, ο Υιός του Ανθρώπου·
Ενός δε έστι χρεία, έλεγε και η Μαρία, χωρίς

Να είναι σίγουρο πως πολυκαταλάβαινε και η 
Ίδια ποιο το προτεινόμενο έν και ποια η χρεία 

του,

Παραπλεύρως, οι πόλεις είχανε βυθιστεί στην
Γαία, τα δίχτυα των ψαράδων συνέλεγαν μόνο

χώμα και κιτρινισμένες σελίδες βιβλίων,

Οι πύργοι είχανε ναυαγήσει στον ωκεανό,
Ενώ μέσα στα σιωπηλά σκέλεθρά τους τα

Φωτοβολούντα ακόμη σε μιαν απόμακρη
Επιβλητικότητα, οι ιχθύες περιπολούσαν 

διηνεκώς

Ανύποπτοι και πρόθυμοι στα ρεύματα που
Τους συνεπαίρναν από την μία άκρη στην

άλλη·

Φαντάζανε μάλιστα κάποιες στιγμές σα 
Να συνομιλούν ευχάριστα μεταξύ τους·