Thursday, December 8, 2011

CAFÉ DE LA CRÉATION

Η νεαρή σερβιτόρα είχε στάχτη στα
Μαλλιά της και ο δίσκος με τα ποτά


Περιεστρέφετο στην παλάμη της ως
Μια νύχτα ακόμα που ήταν να έλθει

στα γήινα,

Εσμεράλδα, της φώναζαν, κι εκείνη
Προσήρχετο σχεδόν αμέσως με ένα

Χαμόγελο που την έκανε να ομοιάζει
Ωσάν αυτόματη κούκλα της σελήνης

καθ'όσον ομιλούσε

Στη νέα κάθε φορά

Επικράτεια της ανθρωπότητας που
Την ώριζε η εισερχομένη παρέα ότε

Διεπεξετείνετο επί των απλωμένων
Σαν σε κατοπτρικό ουρανό κενών

καθισμάτων

Και

Αφίοντας να επιπλέει στο εύρυθμο
Χάος των συνομιλουσών μορφών

Ένας γαλαξίας της έξαψης·


Υπήρχαν ακόμα διάσπαρτοι μοναχικοί
Θαμώνες που κοιτούσαν νωχελικά προς

την έξοδο

Και κυρίως, οι γελαστές νέες κυρίες
Που συνεκέντρωναν τα βλέμματα του

Θαυμασμού επάνω τους

καθώς

Με χάρη και σπουδή αποτολμούσανε
Την φωταγώγηση της επιθυμίας μέσω

Των

Προσόψεων των αλληλενδοσυρομένων
Ποδών κατά το χυτό σταυροπόδι· στην

δε πλατεία

Έξ' από τον χώρο του Kαφέ, τα σκυλιά
Δυο τρία όλα κι όλα ανέμεναν το έλεος

των περαστικών

με σβησμένα μάτια σαν μαύρες τρύπες

του Κακού,

Διστακτικά κινώντας κάποτε προς τ'
Άδεια υπαίθρια καθίσματα καθ'όσον

ο αέρας φυσούσε ακόμα πιο πολύ

Ψιθυρίζοντας μνήμες που κλειστήκαν
Έξ' από τα σπίτια κατά την νύχτα· το

δε περίπτερο,

Έχοντας

Προ ώρας πολλής κλείσει ωμοίαζε ωσάν
Τ' άδειο πλέον συνοροφυλάκιο του θεού,

Ενώ από μακριά ακουγόταν μια σειρήνα
Περιπολικού και ένα το κόκκινο φως που

Περιελίσσετο στις εισόδους των κτιρίων
Υπομνηματίζοντας έναν Χρόνο ο οποίος

άρχιζε να γεννιέται μόλις

μέσ' από ακαθόριστο αίμα·

Εσμεράλδα, της είπαν από μια μακρινή
Γωνία, φέρε μας ξανά τα ίδια, μια φορά

ακόμη,

της τονίσαν,

Και ένας κόσμος ολόκληρος, ήτανε δήλον
Στη ποίηση μόνον, προσεκαλείτο να έλθει

σε ύπαρξη·

Οι ζωηρές συζητήσεις, οι ήχοι των υαλικών,
Και οι κατά τόπους συσσωρεύσεις καπνού,

Εφάνταζαν όλον και περισσότερον ως ένα
Ανέστιο Όλο, μια περιπλανωμένη γαλέρα

συνυπαρκτική

Και φαντασματικώς πλέουσα σε άδειον ήχο
Και φθίνουσα από το φως του Καφέ εικόνα·

Και

Ένα περιγλωττώδες φιλί και η κηπώδης
Μυρωδιά υαλορεύστου κομψού κορμού

Επέδιδαν γι' άλλη μια φορά την κατεύθυνση
Που θ' ακολουθούσε κι αυτός ο νέος κόσμος

Που λογικά θα 'πρεπε να βγει κάποια στιγμή

στο ανύποπτο πρωινό φως

που ερχόταν·