Thursday, July 21, 2011

ΑΓΑΠΗ

Ένα σύμπαν δεν είναι παρά η μία
Εκπνοή της αγάπης στα κράσπεδα

Της ηδυτάτης εδεμιαίας νύχτας των
Μορφών, των λέξεων, των άστρων

πάντων

Της κατάληψης του πραγματικού,
Όταν ακόμα το λιθόφωτο όνειρο

Των χορευτών της αυγής στον κόσμο
Έπλεε απαλά στα ύδατα μιας λίμνης

Πνευματικής, προτού εισφρύσει ως ο
Ελικών της ομιλίας στην ημερησία των

ανθρώπων

σάρκα,

Αρς,

Είμαστε τα αρίφνητα ρυάκια του θεού
Στα βρυώδη πετρώματα του ληθάργου

της ζωής

Όταν αυτή ανευρίσκει μια έξοδο προς
Την θάλασσα ενός ονειρικού χρόνου

Που στα θνητά μάτια εμφανίζεται και
Απεμφανίζεται σε μία στιγμή· όσο θα

διαρκεί πάντα

Ένας κόσμος στα γεμάτα από πλήθη
Σκέψεων θεατρικά στάδια της λύπης

Και της χαράς,

Της έξαρσης και της νηνεμίας, μα και
Της νοσταλγίας και της πρωτοπορείας,

καθώς

Οι άνθρωποι δεν είναι παρά οι μιμικοί
Μύες του ουρανού λυτοί σε ένα αιώνιο

χαμόγελο

κατάφασης προς την σκιώδη της γης

ζωή·

Έλεγε η Σβιέσα καθώς περιστρεφόταν
Με χάρη μικρού παιδιού στην αγκαλιά

του

Αναζητώντας τα χείλη του μέσα σε μια
Αχρονία της εσώτερης φωτιάς που λύει

Ο

Έρωτας επί της οικουμένης της καρδίας·
Η δε περίπτυξή τους ήταν πλήρης υγρών

Φιλιών και ενωτικού τρελλού πάθους προς
Τα αργυρόχροα έσω ύδατα της ψυχής ότε

Συντελεί το σώμα σε ένα μυστικό σκοπό
Ιεροπλασίας της ύλης μέσ' από τις ώσεις

σπασμικές

Μιας ανάκτησης εαυτού σε έτερον εαυτό
Και μιας ιχνοβολίας αρρήτου Γενέσεως η

Που κάποτε βαθειά στο χρόνο εξέβαλε το
Στερέωμα πληθυσμιαίο σε βιωτό τέμενος

του

Ιδίου δύτη πάντοτε μέσα στη δίψα του για
Ύπαρξη κάτω απ' τον απτότατο ήλιο ενός

χτισμένου στο μυαλό μόνον

χρόνου·

Αγαπούμε οι θνητοί, Σβιέσα, γιατί κάποτε
Είμασταν ενωμένοι στον ουρανό, της είπε,

Μισούμε για τον ίδιο ακριβώς λόγο, ωστόσο
Ένα χάδι πάντοτε σε πρόσωπο ένα, μέλλει

να είναι το οριστικό απόφθεγμα

Της ανθρώπινης Ιστορίας ανά τους αιώνες
Και μιας αδιάκοπης μετακίνησης του θεού

Από γέννηση σε αναγέννηση στις θάλασσες
Του ζην και του άπτεσθαι· ότι ένας είναι κάθε

φορά

ο ταξιδιώτης

Και το ταξίδι του μέσα στο όναρ του χρόνου
Δεν απολήγει παρά στις γλυκόπυρρες αύγειες

της

Επαφής φωτός με φως στην ένωση σαρκός
Με σάρκα κάτω από τον σιγηλό ουρανό της

αιώνιας χαράς·

Η ίδια και αναλλοίωτη

Που βεβαιώνει ότι τα πάντα είναι άμβροτα
Και ατέλειωτα μέσα στην ακόπαστη φωτιά

Της εσώτερης διαβρωτικής νύχτας του νου,
Όταν αυτός αναγνωρίζει πως η πατρίδα του

Κείται βαθύτατα στις λείες επιστρώσεις μιας
Βασιλικής ευσπλαγχνίας για πάντα τα ορατά

πέρα από σύνορα

πέρα από την ομιλία

πέρα από τις μορφές τους ακόμα·

Όλα επιστρέφουν σε μια στιγμή στο εν της
Άνω ζωής και ο κόσμος αυτός αφίεται σαν

μια παλιά φορεσιά

στην άκρη της Εδέμ,

Και ουδέν ανευρίσκει ο παραλήπτης ει μη
Ό,τι στη πραγματικότητα δεν άφησε ποτέ

Και μηδέν αναθυμάται ο εγειρόμενος στις
Στέγες των αστεριών ει μη ό,τι δεν έπαυε να

βλέπει

Κατά την διάρκεια του ταξιδιού του μέσα
Στο όνειρο γαλαξιακό της λήθης· της είπε,

Ενώ
έσχε την εντύπωση ακαριαίως ότι ο
Ρέων σίελός της πάνω στο πρόσωπό του

δεν ήταν άλλο από ρεύμα

ελευθερωμένου εξαρχής δημιουργίας

ποταμού

Που μετακόμιζε την πλήρη ορατότητά του
Από το δάπεδο του καλοκαιριού στην αιεί

ανθοφορούσα λάμψη

Ενός κήπου θεών που ετοιμαζόταν ερήμην
Κάθε σκέψης, μοίρας και σχεδίου θνητών

Για όλους τους νόες περιπλανώμενους
Εν τω μέσω

της όχι πάντοτε φανερής ομορφιάς

του χρόνου·