Thursday, April 28, 2011

IMPERIUM

Και ολοένα απομακρυνόμενοι από την
Λάμψη της αιώνιας πυράς διεκδίκησαν

εν τέλει από τον ουρανό

το άστρο της θνητότητας

και

Την μεγίστη ισχύ που ήγειραν επί της
Σιωπηλής γης, υπάρχουμε ξανά, είπαν,

και

Θα είμαστε εδώ για μιαν αιωνιότητα
Πυκνής ύλης στους διαδρόμους του

Εκπεσόντος ηλίου, που για να φαίνει
Πρέπει να υπάρχει σε απτή πλέον θέα

κι όχι σε πνευματική

και

Σε χαοτική βασιλεία στον κόλαφο του
Αστρόλυτου ονείρου· και μπορούμε,

τόνιζαν,

μόνοι μας

Να άρχουμε στον τόπο αυτό και έναν
Οίκο νέο για τους πλήρεις πληθυσμούς

των ασώτων ψυχών

να παραδώσουμε στις γενεές

που είναι να έλθουν·

Κανείς δεν θα είναι ο μεσάζων πλέον
Μεταξύ ημών και των απεριορίστων

ονειρικών εαυτών μας

που πλέουν

στην θάλασσα του κόσμου

Με μιαν ύπαρξη παντοτινή ν' ανέρχεται
Σαν αυγή από το θολό ύδωρ του Νόμου

Και την λυμένη σφόδρα προς όλους τους
Γόνους του Αδάμ ωριαία καθημερινότητα·

η σκιά της ωστόσο

Ας είναι προσωρινή μόνον και ας φυλάττει
Τον ερχομό μιας νέας γενεάς γενναίας που

μέλλει να δημιουργήσει

εκ νέου και αυτό ακόμα το άπειρο

των μορφών·

Μηδείς ο επιβλέπων πλέον εκτός αυτής της
Φθαρτής σαρκός μας και των οφθαλμών

της επιθυμίας μας,

Μα και ουδείς ακόμα

Ο

Λαμβάνων την συγκομιδή της γης πλην
Του Χρόνου· στην τρανή οπτασία αυτού

Ας αναπαυόμαστε και την θλίψη του ζην
Ας αποδιώξουμε στα φώτα μιας λαμπρής

υδρογειακής εσχάρας

αυτοκρατοριών

πάνω σε αυτοκρατορίες·

Ιδού έρχεται η Ημέρα των Ζωντανών, και
Εμείς ας είμαστε οι μη ορατοί τελεστές της,

Οι επιτάσσοντες πάσα την γη και τα εν αυτή
Πάντα, μ' ένα νεύμα απαλό της χειρός πίσω

απ' ένα διαφανές παραπέτασμα·

Έλεγαν με τα βλέμματα δαιμονικά που σαν
Φίδια τινάσσονταν γύρ' από τις στήλες πυρός

Μιας Εστίας του Χρόνου, αιωνίως αναμμένης
Στο απομεμακρυσμένο από τον όχλο άδειο

Μέγαρό τους,

Στ' οπού έμοιαζαν να 'ρχονται οι φωνές τους
Μόνον μέσα από τοίχους πίσω από άλλους

τοίχους

χωρίς να φαίνεται πουθενά

ανθρώπινη παρουσία·

Αυτό το παραπέτασμα, υπενθυμίζαν, ας είναι
Και ο παρθενικός υμένας της Ιστορίας, ότι το

Τοσούτο αίμα χυμένο στις γωνίες των αιώνων,
Η ακμάζουσα πρωία στα μηνίγγια των ιερέων

του μέλλοντος,

Οι φωτεινές προσόψεις των επαναστάσεων
Και η λήθη της ευημερίας, ας είναι η υψίστη

κληρονομιά

Μιας Νυκτός που πρόκειται να αποκαταστήσει
Και αυτήν ακόμα την Εδέμ· ότι ελλιπείς στην

Καχυποψία και τόσο ενθουσιώδεις προς την
Απτότητα οι θνητοί γνωρίζουν να βλέπουν

Μόνον όσα βλέπουν και όχι όσα δεν βλέπουν·

έλεγαν

Και παρακινούσαν τα πλήθη να ζήσουν εν
Ειρήνη και εν πολέμω, εν σκοτία και ημέρα,

Εν χαρά και λύπη, εν θεοίς και ανθρώποις,
Να αυξάνονται και να πληθύνονται και να

Κατακυριεύουνε τους υπολογισμένους από
Πριν αριθμούς·
το θείο δράμα και την θεία

κωμωδία

Στον αργαλειό των γεγονότων απεργαζόμενοι
Καθώς στους δρόμους και στις πλατείες κατά

την διάρκεια των αιώνων

επικρατούσε

μεγάλη αναποφασιστικότητα,

Κανένας δεν εγνώριζε με σαφήνεια σε ποιον
Να προσευχηθεί και τι να περιμένει από τους

δαίμονες και τους αγγέλους,

Ενώ από όχι και τόσο μακριά στο στερέωμα
Το ακύμαντο και σταθερό στην λάμψη του

φως θεού αγνώστου

μέσα στην τόση φήμη του

παρακολουθούσε·

Όχι ευοίωνα, δυσοίωνα ούτε,
Αποστασιοποιημένο σίγουρα

αν και

Με όχι ακόμα επιβεβαιωμένη αδιαφορία·