Saturday, September 11, 2010

ΟΙ ΟΠΙΟΦΑΓΟΙ

Τι νόημα θα είχε αλήθεια, Γουίλλιαμ,
Να ρυθμιστεί ένα ολόκληρο έθνος στο

ατμώδες λυκόφως του οπίου

Αν τα υπόλοιπα έθνη δεν ήταν ήδη σε
Μακρά υπνοβασία μέσα στο κέλυφος

ενός αιώνα

Που προσπαθεί να οδηγηθεί στην άγρια
Έκστασή του πάνω σε μια σιδηροτροχιά,

Η που λέγεται πως θα τον εξισώσει με τους
Μοντέρνους καιρούς· έλεγε ο Δούκας του

Νιούκασελ

στον νεαρό Γκλάντστοουν

Ο οποίος και τον άκουγε παραξενεμένος·
Θέλετε να πείτε ασφαλώς, του αντέτεινε,

Πως οι Κινέζοι δεν θα είχαν άλλη μοίρα
Από τον λήθαργο έναντι μιας Ευρώπης

που

Μονίμως ξυπνάει και πάλι κοιμώμενη
Στις ακτές των εφημερίδων της και αιεί

κυκλωμένη από τα

έμβολα, τα πιστόνια

και τους ατμούς

Μιας όσο να' ναι πιο λειτουργικής κόλασης,
Μα ιδού ο Λιν Τσε Χσου, που θα μπορούσε

Να είναι ο καλύτερος Τόρης αν οι άναρχες
Πινελιές του ουρανού στον καμβά της γης

δεν είχαν αμελήσει να

Τον βγάλουν για πάντα μέσ' απ' έναν κύκλο
Αιώνων που παρήλθαν όλοι μονομιάς στην

επανάληψη

και την νωθρή ευγένεια

του Κομφούκιου,

Κι εγώ σου λέγω Γουίλλιαμ πως ακόμα δεν
Καταλαβαίνεις τίποτα· επέμεινε ο Δούκας,

Και του 'κανε νόημα να κοιτάξει προσεχτικά
Τον Χένρυ Lamb που είχε αρχίσει να μιλάει

στη Βουλή των Κοινοτήτων,

Ο άνθρωπος αυτός Γουίλλιαμ, άκουγε την
Φωνή του Δούκα σπασμένη ν' αντηχεί σαν

Σε αστρόφωτο σπήλαιο ενώ γύρω του τα
Έδρανα δεν διέφεραν από αναχώματα στη

Καντώνα

Όπου σωριάζονταν τόνοι και τόνοι οπίου,
Ο άνθρωπος αυτός Γουίλλιαμ, είναι τόσο

πράος

ως αμνός, πιθανώς όχι του θεού

αλλά μάλλον του διαβόλου,

Ίδε ο αμνός του δαίμονα, άκου με Γουίλλιαμ,
Ξανάλεγε η φωνή, άκουσέ με, και σταμάτα

να κοιτάς συνέχεια τα βιβλία σου!

Φώναξε στον Γκλάντστοουν που είναι αλήθεια
Πως ταυτοχρόνως έρριχνε κλεφτές ματιές στα

απλωμένα έγγραφα και βιβλία

στο έδρανό του

Χωρίς ωστόσο να νοιώθει ακόμα την ανάγκη
Να τα κατάσχει από τον εαυτό του και να τα

κάψει

σε μια μεγάλη κινέζικη πυρά·