Friday, September 17, 2010

ΤΟ ΕΤΟΣ 1848

Και ενστικτωδώς είχαν συγκεντρωθεί
Στις μεγάλες πόλεις οι πυράγγελοι της

βιομηχανικής νυκτός

Υφαρπάζοντας την νωχέλεια του βίου
Και συστέλλοντας τον χρόνο έως την

μία σπίθα

της ελευθερίας απ'ο,τιδήποτε

Και τα έθνη της Ευρώπης τίποτε άλλο
Από καραβάνια στην έρημο της Ιστορίας

Αναζητώντας την όαση

εκείνης της ουτοπίας

Που από παλιά οι σοφοί εγνώριζαν πως
Ήταν πιο πραγματική από κάθε άλλη

πραγματικότητα,

Ιδού οι πηγές του ύδατος, φωνάζαν από
Παντού ανάμεσα σε σκόνη και οχλοβοή

Που εγένοντο στη πλατεία της Ελευθερίας
Της Μεγάλης Πολιτείας της Γης κάτω απ'

τα αλύτρωτα

ακόμα βλέμματα

Του Σαιν-Ζυστ, του Χέγκελ και του Μπετόβεν
Που καίτοι νεκρικά από καιρό έδειξαν ωστόσο

να σαλεύουν

επικίνδυνα

για μια στιγμή·

Την ίδια πάντοτε στιγμή που κάθε εποχή
Φυλάσσει ως βραδυφλεγές ωόν κάτω από

Τις βαρειά βυθισμένες στο έλος του τρόμου
Φτερούγες της που μένουν ακόμη σιωπηλές,

Ωόν ενός μυστηρίου μεγίστου και ερχόμενου
Από πολύ παλαιά, ωόν της αιώνιας αυγής του

Λόγου,

Και που θ' αρκούσε ένα και μόνο οργισμένο
Βλέμμα τυχαίου περαστικού διαβάτη από

τη γέφυρα

του χρόνου αναμονής

Για να το θραύσει προς την γέννησή του·