Tuesday, June 9, 2009

Η ΚΑΠΩΣ ΠΙΟ ΚΟΙΝΗ ΜΟΙΡΑ ΤΩΝ ΟΝΤΩΝ



Ο κόσμος είναι ένα μαγικό κουτί
Χωρίς θαύματα πλέον μέσα του,

έλεγε

Ο εξεγερμένος της Κρονστάνδης
Στον Λάμα καθώς βρισκόνταν και

Οι δυο για διακοπές στη Σαρδηνία
Με παρέα, ανακαλύπτουμε πάντα

Την υστεροφημία του θαύματος
Χωρίς ποτέ να το αντικρύζουμε

Χωρίς, το κυριώτερο, να μπορούμε
Να το ξεχωρίσουμε από τον θολό

σωρό

Της ζωής καθώς αποταμιεύεται στην
Παχύσαρκη πυραμίδα της Ιστορίας

με μικρή προτεραιότητα

έναντι της ορμής

του θανάτου·

Και ακούραστα ετοιμάζουμε όλες τις
Αμήχανες βιογραφίες ερήμην κάθε

Συνοπτικού αποτελέσματος κηδείας
Που, παραδόξως πώς, εμμένει το ίδιο

για κάθε άνθρωπο,

Συνέχισε να λέει με λυπηρή σοφία
Ενώ ο Λάμα προσπαθούσε εδώ και

ώρα

Να επιβιβαστεί σ' ένα προσαραγμένο
Κρις κραφτ, χωρίς να έχει ζητήσει την

Άδεια από τον ιδιοκτήτη του, ε μα τι
Κάνεις εκεί, τον ρώτησε έκπληκτος

τότε

Ο ναύτης της Κρονστάνδης, κατέβα
Κάτω, θα σου φωνάξουν! μα ο Λάμα

Αγνοούσε τις εκκλήσεις του και κάποια
Στιγμή ανέβηκε στο σκάφος κι άρπαξε

Το πηδάλιο, έχω την εντύπωση, του είπε,
Πως αυτό το μικρό πλεούμενο είναι μια

Σφήνα στη πραγματικότητα και όχι στη
Μακάρια θάλασσα, ίσως θα μπορούσαμε

Να διασχίσουμε τις αναβράζουσες σαν
Τα κύματα του νερού πιθανότητες των

Συμβάντων με μια κάθετη απαξία επ'
Αυτών, κατέληξε ενώ έβαζε μπρος την

μηχανή,

Κατέβα τώρα κάτω από κει και μετά
Μου τα λες, του φώναζε μάταια ο

εξεγερμένος

της

Κρονστάνδης

Ενώ οι ιδιοκτήτες του κρις κραφτ
Πλησίαζαν χειρονομώντας και όχι

Με διάθεση καλή, ο Λάμα ωστόσο
Δεν είχε καμμιά πρόθεση να φύγει,

Έχω και άλλα να σου πω, του είπε,
Ενώ το κρις κραφτ έτρεμε από την

ταραχή

της μηχανής,

Καίτοι το σκάφος εκκίνησε εν τούτοις
Είναι δεμένο στο λιμανάκι, λύσε το για

Να φύγω, παρότρυνε τον ναύτη που
Όμως δεν τον άκουγε καθώς επιχειρούσε

Να καθησυχάσει τους ιδιοκτήτες, είναι
Τόσο απλό, συνέχισε να λέει ο Λάμα, δεν

Πρόκειται δα και για επανάσταση, αλλά
Για ένα τεστ επί της πραγματικότητας

Να δω το κατά πόσο αντέχει στην απέξω
Εισβολή της ανθρώπινης επιθυμίας για

Μια κάπως ευρύτερη ακτίνα ελαφράς
Ασυδοσίας· καίτοι ωστόσο είναι στο

φουλ

η μηχανή

Το σκάφος δεν αποκολλάται εκ της
Ισχύος των δεσμών του, είναι ασαφές

Το τι θα γίνει αν ωθήσω παραπέρα τα

πράγματα,

Έλεγε ο Λάμα, μπορεί να σπάσει το ίδιο
Το σκάφος ή μέρος αυτού και λέω να μην

Το δοκιμάσω, είπε, και σταμάτησε τη
Μηχανή και ετοιμαζόταν να πηδήξει

Πίσω στο λιμανάκι, αλλά δίσταζε ακόμα,
Τελικώς γύρισε πίσω και άναψε πάλι τη

μηχανή,

ενώ από

Την προβλήτα γινόταν ολοένα και πιο
Φανερό, πως οι ιδιοκτήτες δεν μπορούσαν

Να κάνουν τίποτε περισσότερο και αυτοί
Από το να περιμένουν όπως και ο Λάμα,

να δουν

Αν η πραγματικότητα θα υποχωρούσε
Πρώτη ή ο άνθρωπος, αν και ο καθένας

ανέμενε

με τρόπο αντίθετο

και ελπίδα πλήρως ανάστροφη

Διαφορά ωστόσο που δεν ήταν διακριτή
Στα κάθιδρα μέτωπα

Και το κοινό βλέμμα όλων τους