Friday, July 25, 2008

ΛΕΣΣΙΝΓΚΤΟΝ IV


η διαθήκη


Επικολλούμε με ισχύ την μνήμη
Ενός παρελθόντος που επισυνέβη

τόσο γρήγορα

πάνω στο πορτραίτο ενός μέλλοντος

που έρχεται τόσο αργά

Καθώς είναι αλήθεια, είμαστε εμείς
Με σφαλιστή τη πόρτα οι εσώκλειστοι

Στο άπειρο, κεκλεισμένοι των σκέψεων,
Σιγηλό το διανοίχθητι που ξεστομίσαμε

στον ουρανό

ενώ

Ο μέλλων αιών από πάντα μόλις τώρα
Ανακρούεται σαν έντομο στο μπουκάλι

Παλεύοντας να προβάλλει έξω λάμποντας
Στα ανάκτορα της καθημερινότητας που

οπισθοχωρεί αδιαλλείπτως

σε ασύμφορη ύπαρξη,

Ποιος είσαι, πώς σε λένε, δεν σε ξέρουμε,
Αποτείνονται συνεχώς οι άνθρωποι ο

ένας στον άλλον

Και η απάντηση είναι πάντοτε μία: Ελικών,
Είπαν χωρίς να αστοχούν, Ελικών, Ελικών,

Έλεγε

Ο Λέσσινγκτον πάνω στο ποδήλατό του
Καθώς πήγαινε βόλτα στην εσχατιά του

κόσμου

ενώ η Λευκονόη

ήταν ήδη εκεί

Με ένα δίχτυ στο δεξί της χέρι και ένα
Τριαντάφυλλο στο αριστερό, μια τίνασσε

Το ένα προς το αόρατο πλήθος που
Βογγούσε αίμα ολόγυρά της και μια

το άλλο προς τον Λέσσινγκτον

που έκανε σούζες

με το ποδήλατό του,

Λέσσινγκτον, μιλούσε υπνωτισμένα,
Βλέπω τους αγαυούς προπατορές μας

κεντημένους στη νύχτα

σαν τρούλλοι πυρός

σε έρημο παλάτι

Βλέπω ακόμα το αχανές αιματοστάσιο
Του θεού καθώς αποφασίζει ο ίδιος

σε δημιουργία να φθαρεί

Και ιδού, σπείρες μέσα σε σπείρες,
Υγρά φώτα μέσα σε σάρκες ανθρώπου,

Λέσσινγκτον,

Άσε με να ζυγίσω καλά τη ψυχή μου
Κατρακυλάει σαν ρόδα ποδηλάτου

εξοστρακισμένη

από την τροχιά της γης

Πάει τόσο μακριά

Όχι τόσο ως από τη θέα μου να χαθεί
Μα ούτε πολύ εγγύς μου ώστε να την

ξανακαρπωθώ

Είμαστε

Οι μετέωροι δείκτες του χρόνου
Λέσσινγκτον, εγώ δείχνω τις ώρες

κι εσύ τα δευτερόλεπτα

Καθώς γυρνάς αυτή τη στιγμή με το
Ποδήλατο του Βελλεροφόντη γύρω μου

Και το ρολόι μας σημαίνει πάντα έρωτα
Και ορυμαγδό σαρκός σε φτηνή εποχή,

έλεγε η υπνοδώτις

Ενώ

Ο Λέσσινγκτον γυρνούσε διαγράφοντας
Μεγάλους κύκλους γύρω απ'τη σκιά της,

σαν πόλη

που περιστρέφεται

γύρω από μάτια ανθρώπου,

Αν είμαστε το εκτόπισμα του χρόνου, αν,
Λέσσινγκτον, είμαστε τα αιωρούμενα

λόγια του θεού

πάνω από τη γη

Τότε όλες οι εκκρεμότητες που αφήνουμε
Εδώ κάτω για τις γενεές που είναι να

έλθουν δεν είναι άλλο

από την ίδια πάντα

αρχέγονη ζύμη της δημιουργίας

Σαν δρυμώδης κοπετός τυφλών γιγάντων
Σα κοσμογονία σε νύχτα πόλης η που στα

φώτα της

γυρίζει ελικοειδώς

ωσότου

Νέα νύχτα επιβάλλει από τα γκρεμισμένα
Σπλάγχνα της, μα τα πάντα θα 'ναι πλέον

διαφορετικά

Λέσσινγκτον,

Οι ήλιοι θα πολλαπλασιάζονται στο στερέωμα
Σαν μάχη σε νου ανθρώπου, τα κτίρια θα

φέγγουν από μέσα τους

την θλιμμένη φωτιά

του έρωτα

Και οι άνθρωποι,

Οι άνθρωποι όπως πάντα θα ονειρεύονται
Μικρούς ήσυχους κατακλυσμούς σε ακόμη

μικρότερες εσώτερες γαίες

Και σαν φως πρωινό σκοτωμένο τόσο νωρίς
Από βουλή και νόηση μυστικές, ο κόσμος θα

αποχωρήσει

τις μικρές ελπίδες

και ταραχές της καρδιάς

Αφήνοντας στο μνήμα του Μύθου, αφήνοντας
Ενα λειψό λουλούδι να σύρεται απ'τον άνεμο

στο άδειο έδαφος

Χωρίς ποτέ αυτός που το κράτησε
Να το θυμάται

Χωρίς ποτέ καν
Να ζήτησε

να το κρατήσει

Χωρίς ο ίδιος να έχει υπάρξει
Ποτέ