Tuesday, April 8, 2008

Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ


Καταμεσής του φωτεινού κόσμου
Είχαν οδηγήσει εκεί τη μάζα από

σάρκα

και

νου

Την χτυπούσαν συνεχώς με λοστούς
Οι κρούσεις ήταν απανωτές η μια

μετά την άλλη

Η μάζα δεν ενίστατο δεν διεμαρτύρετο
Καίτοι ενίστατο καίτοι διεμαρτύρετο

Ενώ η βίαιη τροποποίηση της ύλης της
Δεν της προκαλούσε κάποιο ερέθισμα

ανάκλασης, φάνταζε
Το όλο συμβάν σαν μια λιποψυχία του

πραγματικού,

Καθώς η συνεχής κίνηση των λοστών
Δεν αποσυντόνιζε την παράπλευρη

λειτουργία

των ανθρώπων

Φτιάχναν καφέ, μιλούσαν μεγαλοφώνως
Οραματίζονταν το μέλλον τους, κοιτούσαν

τ' αστέρια,

Ας μείνουν εκεί ψηλά τα άστρα, σκέπτονταν,
Εκεί ψηλά, δεν ξέρουμε τι πράγματι είναι

Από εδώ που είμαστε δεν βλέπουμε τίποτε
Άλλο από φως

Τίποτε περισσότερο από φως,
ξαναλέγαν,

Τι σόι πράγμα είναι τ' αστέρια , πού να
Ξέρουμε

Εξ άλλου βλέπουμε μόνον στο φως
Της χαμηλής ημέρας όχι στο δικό τους,

κατέληξαν τελικώς,

Ο ήχος των λοστών ακουγόταν ξανά,
Τελειώσαμε; ρώταγε ο ένας λοστός

τον άλλον,

Όχι ακόμα, του απαντούσαν, όχι ακόμα,
Θα τελειώσουμε ποτέ; ξαναρώταγε,

και συνέχισαν ομού να χτυπούν,

Απάντηση δεν εδίδετο ωστόσο,

Από μόνη της η λειτουργία φάνταζε
Σαν ένας κόσμος εντελώς ασύμπτωτος

με κάθε ερώτηση και απόκριση

Οι τελευταίες δεν ήταν
Παρά

Περιστασιακοί ανακλαστικοί
Σπασμοί

Όχι αχράντου σώματος-
Μπορεί αχράντου λήμματος

από κάτι σαν άστρα

Διεπιστωμένου σκοτεινώς σε ημέρα
Αιώνια

Δίχως άστρα