Thursday, February 28, 2008

ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ


Στην αυλή του σχολείου είχαν επέλθει
Ξανά μετά από χρόνια όλοι οι παλαιοί

συμμαθητές

Για μια στιγμή φαινόταν καθαρά πως
Η πραγματικότητα εμφάνιζε ρήγματα

Όπως η γη μετά τους σεισμούς κι εκείθε
Εισέβαλαν ξανά οι νεκροί πια καθηγητές

γελώντας

Και ο προ ετών αστείος λυκειάρχης ξανά
Στη θέση του, οι δε μαθητές είχαν την

εμφάνιση

που έχουν τώρα

Κρατούσαν ωστόσο χαρτοφύλακες και τα
Βιβλία αγχωμένα στη μασχάλη με κρυφό

τσιγάρο

στο στόμα

Λίγο προτού χτυπήσει το ισχνό κουδούνι
Και μπουν στη τάξη για την πρώτη ώρα

του μαθήματος

Ο ουρανός

ήταν σκοτεινός

Ωσεί απόγευμα προς νύχτα· απέξω
Ακούγονταν με τρόπο προκλητικό

Όλοι οι ήχοι της ανύποπτης ζωής
Και εάν κινούσε κάποιος εκ των

μαθητών

Να ρίξει ένα βλέμμα από τη μάντρα
Θα διεπίστωνε πως έξω απ'το σχολείο

τίποτα

δεν είχε αλλάξει

Η ανισομέρεια των διαφορετικών χρόνων
Ένθεν κακείθεν δεν ετάραττε ουσιαστικώς

το όλο φαινόμενο

της ζωής

Η οποία

Καίτοι εν τη σκοτία παρήγαγε εν τούτοις
Τους ήχους του εργάσιμου πρωινού ενώ

Ο άνω όροφος των καθηγητών ήτανε
Πλήρως φωταγωγημένος και εφαίνετο

Απ' τους συγκεντρωμένους στο προαύλιο
Ωσάν το μυστικό αρχηγείο της ίδιας της

δημιουργίας

ή

σαν πύργος ελέγχου αεροδρομίου

Η σκιά του λυκειάρχη σιωπηλή σα προτομή
Στο παράθυρο, δεν ήταν σαφές αν κοιτούσε

κάτι έξω

Και στην είσοδο ο επιστάτης
Έγνεφε

την εκκίνηση·

Λίγο πιο κει

Οι μαθητές διστάζαν να κάνουν το βήμα
Εισόδου

Ενώ δίπλα τους

Η μια πτέρυγα του συγκροτήματος
Έδειχνε σα σκέλεθρο· δεν διεπιστώνετο

επαρκώς

αν επρόκειτο

για ανασυγκρότηση ή διάλυση





Και οι άνθρωποι σαστισμένοι
άφησαν ξανά το φως ανοιχτό

στο διάδρομο

Οποιοσδήποτε θα μπορούσε
να το κλείσει