Sunday, December 2, 2007

ΟΙ ΛΑΘΡΑΙΕΣ ΠΕΡΙΣΤΑΣΕΙΣ


Αγαμέμνων, εξαέρωσες το καλοριφέρ;
Ρώτησε η Κλυταιμνήστρα με φωνή

ακραιφνώς τενόρο

Ενώ ο Αγαμέμνων ήταν αφηρημένος
Με μάτια στροβιλιζόμενα στα

όνειρα,

Το πρωί είχε γυρίσει τις δημόσιες υπηρεσίες
Των Μυκηνών για τα δεδουλευμένα ένσημα

στο Ίλιον

Αργότερα πήγε σινεμά όπου είδε μια μέτρια
Ταινία και κατά το απογευματάκι την έπεσε

Σε κάποια σπονδή στη κεντρική πλατεία των
Μυκηνών ενώ ο ταξιτζής που τον μετέφερε

Πίσω στο σπίτι του δήλωσε ορθά κοφτά
Πως δεν ήταν από τις Μυκήνες αλλα από

τη Νέα Υόρκη,

Δεν είμαι από δω , του είπε, δεν είμαι,
Ο Αγαμέμνων σκέφτηκε για μια στιγμή

Πως ο άνθρωπος αυτός ήταν ο Δίας,
Σίγουρα δεν μου λέτε ψέμματα; τον ρώτησε,

Ο άνθρωπος στο τιμόνι τον κοίταξε από το
Καθρεφτάκι και του είπε, σίγουρα δεν είμαι

από δω κύριε,

Λέγεται ότι ο ταξιτζής παρέσυρε τον Αγαμέμνονα
Σε ένα ατέρμονο ταξίδι από το οποίο ποτέ δεν

επέστρεψε

Στις Μυκήνες κατά πάσα πιθανότητα είχε μείνει
Μόνον ο κινούμενος ίσκιος του, ή άλλως

Ένα νεκρικό εκμαγείο πλήρωσης των απαιτήσεων
Της καθημερινής ζωής, αυτό ήταν ο γήινος

Αγαμέμνων,

Είχε ήδη φτάσει στο σπίτι του και έλεγε
Στην Κλυταιμνήστρα που περιμένε με αγωνία

Απάντηση περί της εξαερώσεως του καλοριφέρ,
Σήμερα κάπνισα λιγότερα από δέκα τσιγάρα,

είπε,

σαφώς λιγότερα,

Κοιτάζονταν και οι δυο συνεχώς αμίλητοι,
Η δήλωση αυτή δεν είχε κάποιο νόημα

ο Αγαμέμνων δεν κάπνιζε ποτέ

Όπως και να'χει
Τα κλειδιά κρέμονταν αφημένα

στη πόρτα

Κουνιόνταν πέρα δώθε ακόμα
Σα να προσπαθούσαν να την ανοίξουν

μόνα τους


****************************************************
Μια ακόμη ποιητική ενότητα αρχίζει με το παρόν, ο "Αγαμέμνων".