Sunday, November 25, 2007

ΘΕΡΙΖΟΥΣΑ ΙΣΗΜΕΡΙΑ


Πηγαινοφέρναν σα τρελλοί από τον έναν
Θάλαμο στον άλλον τα λάφυρα του χρόνου

Απ' έξω η έκταση του κόσμου

ήταν αχανής

σαν χιλιάδες ωκεανοί

Την βλέπαν για λίγο από τα παράθυρα
Και ξαναμπαίναν μέσα

Οι ημέρες οι νύχτες και τα άστρα
Οι νοσοκομειακοί θάλαμοι τα μαγειρεία

Τα σημεία των ραντεβού και οι λόφοι
Κυκλοφορούσαν άναρχα γύρω

από το κτίσμα

Μπαίναν κάποια στιγμή μέσα
Οι άνθρωποι ήταν απησχολημένοι

καθίζαν τα λάφυρα στις

κρύπτες

Ενώ ωμό ωμό το πηχτό σκοτάδι
Σα σκεφτική θάλασσα ανέβαινε

τα πατώματα

ένα ένα

Κραυγάζαν ηλί και ξενυχτούσαν άσκοπα
Στα φέρετρα που ανοίγαν υπήρχε μόνο

ελεφαντόσκονη

Ενώ από το λίβινγκ-ρουμ γαυγίζαν με τις μάσκες
Οι υποψήφιοι ένοικοι μελλοντικοί νυκτοδείκτες

Και από το ασανσέρ έβγαιναν οι άνθρωποι ενήλικες
Και μπαίναν μέσα του νεοσσοί την ίδια στιγμή

Και ωμό ωμό το πηχτό σκοτάδι
Σαν μαύρος θεός ανέβαινε τα πατώματα

ένα ένα




**********************************************************
Με το παρόν ποίημα τελειώνει η ποιητική ενότητα "Η Βίβλος των Νεκρών" (25 ποιήματα).