Tuesday, December 9, 2014

ΤΟ ΜΕΓΑ ΤΟΞΟΝ



Ελέγετο προ πολλού πως το ανθρώπινο είδος
Είχε πλέον καταρρεύσει σε έναν γενικευμένο

Πόλεμο όλων εναντίον όλων, όμως αυτό δεν
Ήταν ακόμα κυριαρχικό στην θέα· τα πάντα

Προς το παρόν συνεκρατούντο από μια λεπτή
Κλωστή ονείρου που ως όφις αστρικός ανά τη

Κλυτή σφαίρα του χοός και του κύκλου του
Αίματος, προσπαθούσε να τηρήσει σε έναν

Ασφαλή ιστό τα θυμώδη όνειρα των σκιών
Εκείνων που διψούσανε για ζωή επί πάσης

Της επιφανείας της Γαίας· οι άνθρωποι είχανε
Πλέον αποβεί τα παράξενα δίποδα κουκλάκια 

Στις κατωφέρειες της Μοίρας χωρίς κανένα
Πρόσχημα του αυτονομείσθαι εκ της ζάλης

Παγκοσμίου που επενεργείτο κατά την, όπως
Θρυλείτο, ανακίνηση της γαλαξιακής Φιάλης 

που έγεμε φωσφοριζόντων οραμάτων

του νυν πραγματικού και των γεγονότων·

Στους δρόμους δεν ακούγονταν πια οι φωνές
Και συνομιλίες των περαστικών αλλά μονάχα 

Βραχνά σπασμένοι συναγερμοί οχημάτων που
Στη μονότονη επανάληψή τους δίχως κανέναν

Να τους αποκαθιστά, 

Προεσχημάτιζαν επιφωνήσεις της χαλασμένης
Σπείρας του Χρόνου, την οποίαν ουδείς ήξευρε

πλέον να επισκευάσει·

Ο δε κεντρικός δρόμος της υδρογείου ήτανε
Άδειος με κάποια ποδήλατα χωρίς αναβάτες 

Να πηγαινοέρχονται μόνα τους ωσεί έμβολα
Μιας κατά τα άλλα μη εγνωσμένης πρόθεσης

δαιμονικής

Μηχανής στην πιθανώς αμήχανη απόπειρά της 
Να αναπληρώσει το οικουμενικό κενό εξουσίας·

Ο γεωψυχικός χάρτης είχε αποβεί όλως διαφανής
Φανερώνοντας εκ των έσω ξερριζωμένα καλώδια

αφηρημένης σκέψης

Επί των παλαιών εγκαταλελειμμένων βωμών, ενώ
Η γη της Ιταλίας εφαίνετο πλέον ως το δριμύτερο

Αρχαιοελληνικό σαμπί που επέστρεφε μέσα από
Βαθύστομους αιώνες· επιπλέον ο  μέγας δράκων 

Της Νορβηγίας, τουτέστιν εξ Οργής και Βίας, με
Τα φιορδ επ' αυτού ωσεί γλώσσες πυρός να μην

Αποσβέννυνται πλέον στα νερά του Ωκεανού, αλλ'
Ακράτως να σπινθηρίζουν στη μηλώδη περιφέρεια

του  κόσμου, 

Ενώ συμφώνως με πρωινές εφημερίδες του μηνός
Ελαφηβολιώνος ο Κήπος στον Κρατήρα της Έκλα

επί της ταράνδου νήσου καλουμένης και Ισλανδία,

Προσέμενε εισέτι ενεργός στην υποτείνουσα Γαία
Καθώς αυτή παρουσιάζε εν όλω μια θέα μάγματος

που πισωγύριζε κακήν κακώς σε χολή λάβα

ωσεί θεόθεν εμετός·

Σε κάθε περίπτωση

Το σπίτι στην άκρη της θαλάσσης έδειχνε γι' άλλη
Μια φορά ήσυχον τόσον, λες και επέπλεε όχι στην

Ίδια διαφάνεια χάρτου με εκείνη του γεωγραφικού
Χάρτου αλλά σε μιαν όλως ιδική του παράπλευρον

Πραγματικότητα κατά πολύ πιο ισχυρή της τήδε
Κειμένου αποσυντεθειμένης του λοιπού κόσμου·

Η κενή χειμωνιάτικη παραλία ωσεί πλήθος ψυχών, 
Ο αψύς συγκεντρωτικός άνεμος ωσεί εγρηγορούσα

Εδέμ,

Ακόμα δε

Μια αναμαλλιασμένη σκακιέρα έτοιμη να συρθεί
Από τα κύματα που την επροσέγγιζαν ολοένα, μα

 προπάντων, 

Σε κάποιο πεζούλι τυχαίως αφημένο ένα ιστώδες
Πέπλο νυφικό, μονάχο του, λες κι είχε ανασυρθεί

Μόλις προ ολίγου εκ συρταριών χιλιοσκονισμένου 
Aπό τραχείς αιώνες επίπλου,

Παρ'όλ' αυτά, ενθύμιον έν, 

ίσως όχι παρελθόντος,

Αλλ' ορατοτάτου νυν παρόντος μέλλοντος ελθείν·