Wednesday, April 30, 2014

À L' ŒUVRE ON CONNAÎT L' ARTISAN


un hommage à François Couperin



Η σάλα έγεμε από τις χαρωπές μορφές 
Των κυριών της αυλής που επενίσχυαν

Την ήδη δεδομένη κυτταρική άνοιξη του 
Ανθρωπίνου χρόνου στις απαλές επόψεις

Των κορμών τους καθώς οι αστερομήκεις
Ήχοι του κλαβεσέν, σαν από ασημόφωτο

λεπτό σύρμα 

Φτιαγμένοι, περιδιαχέοντο ενώπιον ενός 
Ουρανού που συνέχιζε να μένει σιωπηλός 

Ως σκιά ακολουθούσα τον ομιλούντα όμιλο 
Του ανθρωπίνου γένους· και επί της γαίας

ένα κουτί ανεωγμένο

Με δυο σειρές πλήκτρων δεν ήταν άλλο 
Τι, παρά το από παλαιά δώρο των θεών 

Προς τη διαθέσιμη μνήμη του κόσμου
Εξ όπου μια εποχή τόσον θεατρική και 

ευθέως χυμική

μπορούσε

Ακόμα να υπάρξει μέσα στους χυμώδεις
Λειμώνες της τέχνης και της στιλβούσης

Σαρκός των ανθεοτρόπων κοριτσιών, τ'
Αδιάσειστο απογευματινό Βασίλειο της 

Ιστορίας

Αιτώντας από τους εξώστες της τυφλής 
Αλλ' όχι αδιάκριτης ορμής προς τη ζωή·

Η δε λεία στα αυτιά όσον και περίτεχνη 
Ηχοτεκτoνική του τσεμπαλίστα επέδιδε

Την εντύπωση ενός Πίδακα του Χρόνου
Εξ όπου απέκλιναν ως εάν απ' το κέντρο 

Ενός λεπτουργημένου μπαρόκ κήπου οι
Κοκκινόφωτες παγκόσμιες εσπέρες των 

Βερσαλλιών

Προς τον αχανή, συναρπαστικό ορίζοντα
Μιας πιο ουσιαστικής ευγένειας ανάμεσα 

σε σάρκινους ηθοποιούς των καιρών,

Φρανσουά, του έλεγαν, είσαι σαν ο ήλιος
Μιας τέχνης που δύσκολα φθείρεται από

Τους ακατάλληλους· εδώ μονάχα όποιος
Είναι μαιτρ, μπορεί να υπάρξει, ότι αυτό

Το κουτί ενέχει μια διάλεκτο καθαρά του
Φωτός, κι εκείνος ο που δεν μπορεί έστω

Επ' ολίγον ν' αποχωριστεί τ' ολοδικό του
Βαρετό σκοτάδι μέλλεται να ατυχήσει σε 

τούτο τον νηματόηχο λόγο,

Φρανσουά,

Όμως τι 'ναι αυτό αλήθεια που μπορεί να
Κάνει κάποιον ποιητή του κλαβεσέν όπως

Εσύ και όχι έναν απλό τσεμπαλίστα, και
Τι 'ναι εκείνο που όταν καταδράμει στον

Νου του καλλιτέχνη ερημώνει προς στιγμήν
Τον ανέμελο θόρυβο της ζωής προς όφελος 

Μιας άλλης οράσεως, πολύ πιο διευκρινούς 
Στις ανωφέρειες των εννοιών και των ήχων

Και στις απότομες πλαγιές του εσωτέρου
Ολύμπου των ανθρώπων, τι' ναι αυτό που

κάνει κάποιον ποιητή,

Φρανσουά,

Τον ρωτούσαν, ενώ η θυμική, ζωηρότονη
Πορφυρότης της εσπέρας δεν είχε φύγει 

ακόμα από τον ορίζοντα

Ως εάν ανέμενε και αυτή να ακούσει την 
Απάντησή του για να τελέσει ήσυχα τον

ουράνιο κύκλο της εκ των υστέρων·

Η ομιλία του, είπε τελικά, και ξανάρχισε
Να παίζει, 

Και είναι αλήθεια, 

πως εξεπλάγησαν κατά τι

Όμως δεν το σχολίασαν περαιτέρω, καίτοι
Διατελούσαν όλως βέβαιοι ότι θα ακούγαν

Είτε την λέξη δεξιοτεχνία είτε πιθανώς την
Λέξη έμπνευση από έναν άνθρωπο που τις

Είχε και τις δύο σίγουρα σε μέγιστο βαθμό,

Η ομιλία του, 

τους ξαναείπε,

Και τα χέρια του περιέδραμαν τα κλαβιέ
Ασταμάτητα ωσάν οι πτέρυγες της πλέον

Προχωρημένης ανθρώπινης νύχτας που
Εγκυμονούσε έναν ήλιο άγνωστο ακόμα

στο σκηνικό στερέωμα της δράσης,

Λέξεις- νότες, άλλοτ' εξονυχιστικά ήρεμες 
Και κάποτε ωσεί δριμείες κραυγές με τους

δυνατούς κτύπους επί των κλαβιέ

Το μέγα μυστήριο της ούσης τέχνης μην
Κάνοντας πιο προσιτό απ' όσο εκείνο της

ζωής,

Μην ούτως ή άλλως σ' όσους δεν θα ήταν
Εύκολον ακόμα να διακρίνουνε τον όλως

τόσον ή όσον ήχο της ζωής 

απ' τον  

ακοίμητο απόηχο της·