Tuesday, November 26, 2013

EUROPOS BOKŠTAS II



Οι πολιτείες της γης δεν είναι παρά
Η λήθη των μακρινών ουρανών και

'Ενας φυγόκεντρος κόσμος υψούται
Πάντα μέσ' απ' τον σκιώδη κρατήρα

της οντολογικής νύχτας

Και τροχιοδρομείται ως μια πύρινη
Ονειρική σφαίρα γύρω απ' τον ήλιο

της απτότητας ,

Οδυσσέα,

Και ιδού τώρα ευρίσκεσαι μετά από
Χιλιάδες χρόνια στη κορυφή αυτού

του ολοκαίνουργιου

Πύργου της Ευρώπης

Εξ όπου οράς τις υπαίθριες φωτιές
Των εννοιών και σκευάζεις την ζωή

σε έναν πυρίλεκτο ίππο,

λέγω, 

ο κόσμος είναι μια 

Τιτανική έλξη ημερησίας ομορφιάς
Και ένα πανδαιμόνιο χειραφέτησης

από

Τις αδηφάγες αγκάλες του πρωίμου
Αρνησιλέκτου χάους όπου τα πάντα 

μπορούσαν  να

Είναι τα πάντα και ακριβώς γι' αυτό
Τίποτε· όμως υπάρχει οσαύτως ένας 

ιερός

Θρίαμβος ότε ο άνθρωπος λέει εγώ
Και όχι εμείς· υπάρχει ακόμα στους

Ουρανούς και τη γη ένας Κύκλωπας 
Που λέει εμείς, όστις μισεί την φυγή

Από τα αρχέγονα άσυλα κάθε έννοιας
Θεότητας που ο φόβος και η υποταγή

Διεκδικούν ως τον φόρο της ζωής για 
Ψυχία Χρόνου, Οδυσσέα, και τυφλός 

αυτός

Ο Κύκλωπας δεν είναι παρά ο μέγας
Λυτρωμός από μιαν Ιδέα· ότι μηδείς

Χρωστά σε κανέναν την ζωή του αν
Είναι έμψυχος· και αν ο θνητός βίος

Διεκδικείται ως παίγνιον αθύρματος
Και μοίρα, τούτο δεν είναι παρά μια

Ζωωδία· σφετερισμός και αυθαιρεσία,
Ότι θεός δεν δικαιούται να εξουσιάζει

Τα των ανθρώπων ει μη μόνον να είναι
Φίλος με δίχως εξουσία· και το έμψυχον 

δεν είναι παρά 

συνώνυμο της Ελευθερίας

Εξ αρχής κόσμου, Οδυσσέα, κι ακόμα
Πρωτύτερον αυτού, εξ αρχής λέξεων,

Έλεγε η νεράιδα απ' τη κορυφή του
Πύργου της πολιτείας του Βίλνιους,

Ενώ κατ' εκείνην την βροχερή εσπέρα
Τα Φώτα της Γαίας ωμοίαζαν ομού ως 

Το Πέπλο της Πηνελόπης

Τυχαίως ερριμμένο σε μια περιοχή του
Αστρικού διαστήματος όπου θα φύετο

αργότερα ο νυν ορατός κόσμος·

Και εγώ σου λέγω, Οδυσσέα,

Τα των θεών για τους θεούς και τα των
Ανθρώπων για τους ανθρώπους, τούτο

ας είναι η Μία Κλείδα της Ζωής,

γιατί

Όταν αυτά τα δύο συμπλέκονται τότε
Γεννιούνται οι Κύκλωπες, προσέθεσε

Η Νεράιδα για να συμπληρώσει με ένα
Αινιγματικό χαμόγελο και κοιτάζοντας

στον

Ορίζοντα που έχαινε πια ως μια αρχαία
Σπείρα ενώ περιεστρέφετο στην ομίχλη 

ως ο 

ξεχαρβαλωμένος Τροχός του Νόμου:

Και το Μάτι τους, γεννήθηκε 'ξ αρχής
Τυφλό, και κάποτε το βλέπει κάποιος

Στους θόλους των τρωικών εκκλησιών
Τυφλό ν' αναζητεί τους τυφλούς με το

δόλωμα μιας πολύφημης λέξης,

Και μια άγρια πάλη για εξουσία στους
Ουρανούς μαίνεται ακόμα στο έδαφος

της γης

Όπου αμέριμνοι οι άνθρωποι χτίζουνε
Μόνον μια παγκόσμια νύχτα με υλικά 

ωστόσο της ημέρας,

Όμως αυτό μπορεί να κάνει ακόμα και 
Το σκοτάδι να φαίνει ως οι χίλιοι ήλιοι,

Είπε η Νεράιδα και φωτοβόλησ' αίφνης
Ως τα αμέτρητα καταστίλβοντα σώματα 

εν απείρω 

Του σαρκικού έρωτα και της επινοούσης
Σοφίας, της αιέν μηχανευομένης το Φως

Της Έννοιας επί του αιέν εική κεχυμένου 
Σάρματος του λειψού ανθρωπίνου φόβου,

Ενώ από κάτω απ' την λεωφόρο ήρχοντο
Προς τα άνω για μια ακόμη φορά οι ήχοι

Χαρωποί της ζωής, ανακατεμένοι με τα 
Βογγητά του Κύκλωπα από μακριά στον 

ορίζοντα·

Ήταν σίγουρα ένα σκηνικό 

όλως με αντιθέσεις,

Ένας ημιθανής Εξουσιαστής αρχαιόθεν
Οπλισμένος με την τυρρανία μιας ιδέας

Και μόνον, και από την άλλη το θάμβος 
Ενός αναγεννημένου χρόνου στο μυαλό,

Γιατί, 

Αλήθεια, ευκολότερον είναι να νικήσεις 
Όλους τους στρατούς του κόσμου παρά 

μια και μόνον ιδέα 

που κερδοσκοπεί επί του Αγνώστου·

Όμως

Και ένα κενό στους ουρανούς 
Να χάσκει απειλητικά ακόμα 

Ως η δυνατότητα του τι ακριβώς 
Μέλλει προκύψαι 

στην πιθανώς όχι και τόσο

επίζηλη θέση του·