Wednesday, June 15, 2011

ΤΟ ΙΧΝΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ

Και ενόσω το πλήθος αναζητούσε την
Μία μυθική όαση στο χρόνο έξω από

τις πύλες

της Ιερουσαλήμ,

στην έρημο

Που εκάλυπτε όλη την επιφάνεια της
Γης, ο ήλιος εφάνταζε ανέκαθεν πως

τους παρακολουθούσε

Από την γέννηση έως τον θάνατό τους
Σαν βωβή λιτανεία ενός κόσμου άλλου

Που έδινε την εντύπωση πως ανά πάσα
Στιγμή μπορούσε να περιπέσει σε μιαν

ύπαρξη,

Και

Σχηματίζοντας τον έναν μετά τον άλλον
Τους αντικατοπτρισμούς της ερατεινής

σάρκας

και των πόλεων

των φωτεινών έμπροσθέν τους·

Και αυτοί κατέφθαναν πάντοτε κατά το
Μεσουράνημα της σιωπής των, ενώπιον

Ενός πανάρχαιου τοτέμ που υψούτο στο
Κέντρον της ερήμου ωσεί στύλος πυρός

Στον οπού ανεφλέγοντο εντός του όλοι οι
Παρελθόντες χρόνοι και οι πρότερες ζωές

των,

Οι αφημένες σε μια γωνιά του σκοτεινού,
Ανεξιχνίαστου μυαλού τους· ενώ παντού

ολόγυρά τους

Αλυχτούσε η προσμονή του μέλλοντος
Καθώς η θέα της ατέλειωτης άμμου και

οι ξερές πέτρες

διόλου τους απεθάρρυνε,

Λίγο ακόμη μας έμεινε για να βαδίσουμε,
Έλεγαν καθώς αφήναν μακριά οπίσω τους

το φλεγόμενο τοτέμ,

Λίγο και θα εισέλθουμε ξανά στην πόλη,
Ξαναέλεγαν και ολοένα φούντωνε εκείνη

η μεγάλη φωτιά

στο κέντρον της ερήμου,

Που έκανε την πλάση να φωτίζει ως μια
Μεγάλη Ιουδαία με τον Σωτήρα να μην

έχει εμφανιστεί ακόμα·

Οι δε περιπλανώμενοι, κάποτε κατέπιπταν
Χαμαί από την κούραση και επιζητούσαν

την λήθη του ύπνου·

Ενόσω μια πελώρια σκιά ερχόταν ξαφνικά
Και εβάδιζε πάνω στα σώματά τους, ωσάν

Ο ήλιος να 'χε καλυφθεί από τον όγκο ενός
Όντος δυσθεωρήτου, άγνωστον εάν ανήκε

σε θεό

ή

Τείχος του σύμπαντος που προέβαλε σαν
Ανατολή του κόσμου που συνοδεύει κάθε

ενύπνιον ανθρώπου,

Τα όνειρά των εξαντλημένων στο χρόνο
Φαντάζοντας πως εθώπευε με μιαν άλλη

ιερότερη

ουδετερότητα της αλήθειας

Μηδέ ωστόσο αποφασίζοντας την όλη
Διασπορά στην ύπαρξη σε σημείον εν

ξανά να συγκεντρώσει,

Μήτε και την αλύτρωτη φωτιά του τοτέμ
Να σβήσει απαλά από την μνήμη, ως εάν

Σε φύσημα πάνω σε κερί,

Αφημένου πάντοτε να ισχύει

έστω και προσωρινώς

Δίπλα

'πό κάθε νύχτα ανθρώπινη και στην
Σκληρά κερδισμένη, ανοίκεια τόσο,

ορατότητά της·