Wednesday, June 1, 2011

Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΙΡΕΣΗ

Εμένα να μην με ανακατεύετε στα
Σχέδιά σας, φέρεται ότι είπε ο θεός

Στο άτυπο meeting που είχε με τον
Διάβολο και τον Εωσφόρο μέσα στο

μυαλό

ενός ανθρώπου

Και λίγα χιλιόμετρα έξω από την Εδέμ
Σε μια ερημική τοποθεσία· ο ίδιος δεν

Είχε καμμία διάθεση να συνεχίσει την
Κουβέντα περαιτέρω, σας είπα, μην με

υπολογίζετε

τους τόνισε με ύφος σκοτεινό,

εμένα, ας μην με υπολογίζετε,

Υπάρχουν πράγματα που πρέπει να
Γίνουν ακόμα, του είπε τότε δειλά ο

διάβολος,

Και ιδού, έχτισα έναν ολόλαμπρο φάρο
Της αρχαιότητας, έδωσα θρησκείες και

επιστήμες στη γη

Και ύψωσα ανάμεσα στους θνητούς τα
Πιο ευγενή οράματα για μια παγκόσμια

φιλία,

Έκανα πόλεμο και ειρήνη, και ακόμα
Ως μαικήνας μέγας προστάτεψα όλες

τις τέχνες

από τα μόλις παραπάνω,

Όλ' αυτά λοιπόν τα βρίσκεις τόσο λίγα;
Έλεγε στον θεό ο οποίος φαινόταν πως

άρχιζε να χάνει

την υπομονή του:

Είσαι αφόρητος ψιλικατζής, του είπε,
Ποτέ σου δεν θα είσαι τόσο δυνατός

Να εννοήσεις πως ουδέν εμμένει στην
Ζωή εκτός από το ρίγος ενός ονείρου,

Ο κόσμος υπάρχει για να παραπέμπει
Πάντα σ' έναν άλλο κόσμο· αδιάφορο

ποιος,

και όχι στον εαυτό του,

έλεγε ο θεός και κοιτούσε το ρολόι του,

Αυτό ο Εωσφόρος που είναι ποιητής
Μπορεί μονάχα να το καταλάβει, αν

και όχι σίγουρο,

Εσύ παραείσαι του κόσμου τούτου,
Αγαπητέ μου διάβολε, τόσο μάλιστα

που κάποτε ξεχνάς

πως

Ο κόσμος δεν υπάρχει ει μη μόνον στο
Μυαλό του ανθρώπου όταν επιθυμεί,

Και βέβαια διόλου απίθανο να μείνεις ως
Ο Μέγας Δάσκαλος της ανθρωπότητας

Όμως τα πλήθη αργά ή γρήγορα θα σε
Ρίξουν απ' τον θρόνο σου απλά και μόνο

επειδή

είσαι

ο δάσκαλός τους

Και δεν θα αντέξουνε κάποια στιγμή το
Χρέος· ότι 'ναι αλήθεια πως ό,τι την ζωή

χρωστάει

δεν ημπορεί να ζήσει

Και ό,τι τον θάνατο ακόμα υπομένει δεν
Πρόκειται ποτέ να είναι ελεύθερο, όσην

ελευθερία και αν αποκτήσει,

Κατέληξε ο θεός και είπε ότι δεν θα κάτσει
Να περιμένει και τον άνθρωπο που είχανε

καλέσει

για γεύμα

Γιατί του ήταν εξαιρετικά αδιάφορο το όλο
Θέμα· κάποτε θα εκτιμήσετε πιο ψύχραιμα

την μη συμμετοχή μου,

δήλωσε καθώς αναχωρούσε

Ενώ άτολμα χτυπήματα ακούγονταν στην
Πόρτα ήδη· πέρασε μέσα μην ντρέπεσαι,

Φέρεται ότι είπαν στον θνητό, ο οποίος και
Τελικά αποφάσισε να μπει, ενώ ολόγυρα

παντού στην υδρόγειο

άναβε ο Εωσφόρος

όλα τα φώτα

Χωρίς να καθίσταται ακόμα φανερό αν τo
'κανε για να βλέπει καλύτερα ο άνθρωπος

καθώς εισήρχετο

Ή για να κρύψει πιο επιτυχώς μέσα στην
Τόση λάμψη οικουμένης και τόση γιορτή

της Ιστορίας,

το ένα και μοναδικό καταφύγιο

Μιας άγνωστης ποίησης και απόλυτης·

Αν και όχι σίγουρη για τις προθέσεις της
Ακόμα·