Tuesday, January 8, 2008

Η ΑΠΟΣΙΩΠΗΜΕΝΗ ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ


Οι νύχτες του Αγαμέμνονος ήταν τρομώδεις
Μια θύρα άνοιγε στον ύπνο του και έμπαιναν

ορμητικά

τα απόνερα του θεού

Η συγκέντρωση των αναίτιων γεγονότων
Σε μια εκδοχή ονείρου αποτρόπαιη

Τον έκαναν να ξυπνάει πολλές φορές
Λαχανιασμένος, δεν ήμουν εγώ

Ο Αρχηγός των Αχαιών στη Τροία, φώναζε,
Μηδέ υπήρξα ο βασιλιάς των Μυκηνών,

φώναζε ακόμα πιο δυνατά,

Εις μάτην όμως, η φύση ακόμα πιο
Πανικοβλημένη απ'ό,τι αυτός τα μπέρδευε

προφανώς

Και τον καλούσε Οδυσσέα, Οδυσσέα, του φώναζε,
Πρόσεξε τους Λαιστρυγόνες, και ο πανικός

Του Αγαμέμνονος αυξάνετο αλματωδώς
Στον ύπνο του, του ήταν δύσκολο να επωμίζεται

Και άλλα πεπρωμένα, σηκωνόταν έντρομος
Και πρόσεχε τον πίνακα απέναντι στο τοίχο

Είχε ήδη αλλάξει με κάποιον άλλον διαφορετικό
Δίπλα του δεν ήταν η Κλυταιμνήστρα αλλά

η Κίρκη

Ενώ οι Μυκήνες

Είχαν ήδη αντικατασταθεί από την Αιαία
Νήσο της Κίρκης με τα φωτεινά χαμόγελα

των Ιπποτών,

Δεν με λένε Οδυσσέα, της είπε, είναι όνειρο
Συνέχισε, απλά ένα όνειρο, μόλις ξυπνήσω

Θα ξαναβρεθώ στο σπίτι μου και πάλι,
Όμως δεν ξυπνούσε, η Κίρκη ήδη

επιχειρούσε να τον μετατρέψει

σε γουρούνι

Η όλη πάλη συνεχίζονταν καθ'όλη
Την καθημερινότητά του στις Μυκήνες

Οι οποίες ήταν και δεν ήταν

πια οι ίδιες

Δεν ήταν σαφές τι είχε αλλάξει

Η όλη κρεμαμένη απειλή της ασάφειας
Ονομάστηκε από τότε

κοινωνική ειρήνη