Saturday, November 10, 2007

ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ


Στην άκρη του νήματος υπήρχαν μόνον
Οι πολιτείες, ενώ καθ' όλη την έκτασή του

οι αδύναμοι ψίθυροι

μιας παράλληλης

δημιουργίας

Δεν μπορούσαν να την διακρίνουν εύκολα
Δίπλα στην επίσημη κτίση, οι ελεγκτές

χάναν τη ψυχραιμία τους

γρήγορα

Και εντός των πολιτειών οι άνθρωποι
Φαινόνταν να περπατάνε αργά

Κάποια στιγμή η επιβράδυνση ήταν τόση
Που σωριάζονταν βαρειά στους δρόμους

σε ένα είδος θανάτου

Τους μεταφέραν παγωμένους στα πάρκα
Και από κει τους αφήναν να κατρακυλήσουν

στο κόσμο

Στην περιστροφή τους γινόνταν κτίρια
Και δρόμοι και πλατείες και νέα πάρκα

Ολόκληρη η πόλη ήταν από παλιά
Χτισμένη με ανθρώπινο υλικό

Και ήταν αδύνατον να την γκρεμίσουν
Χωρίς να διαπράξουν μια μικρή

γενοκτονία

Τις νύχτες στέναζαν οι τοίχοι και
Ζητούσαν φωτιά απ' τους περαστικούς,

Τι ώρα είναι, τους ρωτούσαν, είναι πρωί

είναι βράδυ μήπως;

Ρωτάμε, ρωτάμε έλεγαν,
Γιατί

Πρέπει να πάμε να κοιμηθούμε κάποτε