Sunday, October 28, 2007

LA SARABANDE FORCÉE (La fin du temps rêvé )


Στα περίχωρα του Μύνστερ οι νεκροί
Χορεύανε τη σαραμπάντα ασταμάτητα

ωστόσο

άψυχα

Ήταν πολύ λίγοι στην αρχή, ίσως
Πέντ'-έξι, φάνταζαν να κρέμονται

απ' τον αέρα

δεν είχαν μπεί ακόμη

στη πόλη

Και οι φύλακες στεκόνταν στα όρια
Και τους απόδιωχναν με ρόπαλα

και μαστίγια

Εκείνοι ξαναγυρνούσαν απόμερα
Ενώ οι κινήσεις τους σφενδόνιζαν

χώμα

στους

Θεατές που αμήχανα χαμογελούσαν
Πέφταν και σηκώνονταν πολλές φορές

Κι η όλη πομπή βάδιζε προς δεύτερο θάνατο
Ενώ στο στροβιλισμό της διπλασιαζόταν

και ολοένα αυξανόταν

σε πλήθος

Χορεύανε τη σαραμπάντα

Οι φύλακες δεν ημπορούσανε να τους
Κρατήσουν μακριά 'π' τη πόλη,

Είμαστε πια πολλοί, λέγαν οι νεκροί
Και τους σπρώχναν δυνατά πιο κει

πέφταν κάτω

μαζί τους

Γεμίζαν την πόλη

Χορεύανε τη σαραμπάντα

Μόλις που πρόλαβε ο θεός να πηδήξει
Απ' το παράθυρο και να φύγει μακριά

Ενώ η πομπή είχε μεγαλώσει τόσο
Που ξεχείλιζε την Ευρώπη

από τον Γουαδαλκιβίρ μέχρι τον Δούναβη

Από το Μπέργκεν μέχρι την Μάλτα

Στο δρόμο φτιάχναν νέα κράτη
Και ωρκίζαν νέες κυβερνήσεις

Χορεύανε τη σαραμπάντα

Μιλούσανε γλώσσες πολλές, νεκρές,
Και κήρυτταν ωραίες ιδέες, νεκρές,

Φτιάχνανε νοσοκομεία και μονές
Πανεπιστήμια και στρατώνες

Χορεύανε τη σαραμπάντα

φτιάχνανε κι άλλους νεκρούς

έτοιμους

γυρνούσανε τη γη

Και φώναζαν μελχισεδέκ μελχισεδέκ!
Κάναν επαναστάσεις και στεριώνανε

Τις νέες εποχές - διετείνοντο γι αυτό
Πως ήταν θαρραλέοι νεκροί

και όχι κοινοί νεκροί

Χορεύανε τη σαραμπάντα

Κι απ' την ημέρα που εκκίνησε
Το κύμα των νεκρών από το Μύνστερ

η γη συχνά άλλαξε όψη

Όμως χτυπάει θλιβερά στο μάτι
Πως κανείς νεκρός πια

δεν χορεύει

τη σαραμπάντα