Wednesday, October 24, 2007

Η ΣΥΝΑΛΛΑΓΗ




Σε τι ακριβώς συνίστατο η συναλλαγή
Ακόμα δεν το ξέρουμε, γνωρίζουμε ωστόσο

Πώς κανείς δεν έλειψε, η προθυμία εμφάνισης
Ήταν κάτι παραπάνω από συγκινητική

Και ο χώρος της συναλλαγής δεν ήταν πάνω
Από δύο επί δύο, στον θάλαμο ήταν μπορετό

Να χωρούν μόνον ο προσφέρων και ο εκτιμών
Κάθε άλλος εκ της στενοχωρίας καθίστατο

εκτός

Η δε διακόσμηση του θαλάμου ήταν ολίγη
Ένας πίνακας όλος κι όλος που εικόνιζε

Μία άμαξα με άλογα στα ρηχά της λίμνης
Να περνά από το ένα μέρος στο άλλο,

Έχω να δηλώσω αυτά, έλεγε ο προσφέρων,
Το γρήγορο βλέμμα πάνω τους ας μη ρίξετε

Ότι φρονώ πως άξια της συναλλαγής είναι
Αρκεί να τα προσέξετε κάπως περισσότερο

Και στην πρώτη μην σταθείτε εντύπωση,
Ο εκτιμών κοίταζε και ξανακοίταζε και

οριοθετούσε,

Δεν μου φαίνεται κάτι σπουδαίο αλλά
Ελλείψει άλλης προσφοράς αυτή τη

στιγμή

Μάλλον θα τα δεχθώ, κατέληξε αβέβαια,
Ο προσφέρων σιωπούσε μην και κάποια

λέξη άστοχη

Μεταβάλλει τη γνώμη του, ο δε εκτιμών
Επανέλαβε, μάλλον θα τα δεχθώ,

Αναμένοντας μια κάποια αντίδραση
Από την άλλη πλευρά η οποία πάλι

σιωπούσε,

εντάξει θα τα δεχθώ, ξανάπε

αρκετά πιο χαμηλότονα,

Τις δυο ακίνητες φιγούρες εντός του
Θαλάμου ο κρεμασμένος ήσυχος

πίνακας

Ουδόλως έτεμνε

Εκ του εσωκλείστου ήταν αδύνατον
Να διαγνωσθεί αν ήταν μέρα ή

νύχτα

Και σε καμμία περίπτωση δεν φαινόταν
Ότι οι δύο μορφές θα μπορούσαν να βγουν

κάποτε

από κει