Tuesday, May 7, 2013

Η ΛΕΣΧΗ ΤΩΝ ΣΚΑΚΙΣΤΩΝ

 
Αυτός ο ίππος έχει μόλις ένα τετράγωνο,
Λόενγκριν, για να μεταβεί σώος και την

απειλή της βασίλισσάς μου

Να διαφύγει σαν απ'ένα εφιάλτη νυκτός
Στα ολάνοιχτα μάτια της ανθρωπότητας·

Όμως εσύ,

έχω την εντύπωση,

Πως είσαι τόσον απορροφημένος από τις
Χυτές στην κάμαρα ανέστιες σκέψεις σου

Για

Μια γαλαξιακή σκακιέρα, ένα παγκόσμιο

Θέατρο του Χρόνου στην αναφάνειά του

επί του απείρου της ψυχής

του καθενός θνητού

ξεχωριστά,

Που δεν βλέπεις ενώπιόν σου τα καίρια
Τετράγωνα, ει μη μια τιτανική νύχτα σε

κάθε πεσσό

Που προορίζεται ν' αστράψει τη μάχη

Του μοναχικού πεπρωμένου του μέσα
 

Σ' ένα 

Δίχτυ ανάγκης που αρπάζει τις ζωές
Απ' τα μνημειώδη λίκνα τους και τις
 

επιρρίπτει

στην ενηλικίωση του φόβου μόνον,

Έλεγε ο συμπαίκτης του καθώς το φως
Στην αχανή υπόγεια στοά που φύλαττε

Την λέσχη εδώ κι αιώνες αναρίθμητους
Απ' τα μάτια του υπαρκτού έξω κόσμου

Ολοένα και λιγόστευε σε μια δύση που

Προέφαινε όχι από την κίνηση της γης
 

πέριξ του ηλίου

Αλλ' από τις στροφορμές των θλίψεων
Των ανθρώπων πέριξ της καρδίας των·

Εκατοντάδες τραπέζια απλώνοντο στην
Προοπτική αυτού του παράξενου κάτω

κόσμου

Και επ' αυτών μία ολόκληρος κοινωνία
Τεταγμένων σκακιστικών τεμαχίων την

νίκη αναζητούσε

Προς το όφελος μιας αγνώστου ακόμη
Υπεριεραρχίας εξουσιών που επειράτο

να ρυθμίσει

την πάσα ατάκτως ερριμμένη ζωή στον

γνωστό κόσμο·

Η δε συναρμογή των στοών μέσα στις
Στοές, θα έλεγε κανείς πως ήταν θείας

εμπνεύσεως και εφαρμογής

Μιας κι η οροφή στην κάθε μια απ'
Αυτές, ήταν ένα υαλώδες δίχτυ που

στους κόμβους του

Αντιφέγγιζε σε χρώματα ανείδωτα και
Εκτός του γνωστού φάσματος όλες τις

σκέψεις

των ανθρώπων

της συνήθους οικουμένης.

Σε κάθε κίνηση μάλιστα των πεσσών επί
Της σκακιέρας, το δίχτυ συνεταράσσετο

Από σπασμούς μιας σχεδόν ανθρώπινης
Ομιλίας, η οποία ωστόσο δεν προέβαινε

σε άρθρωση πλήρους λόγου

και άφηνε ήχους χωρίς λέξεις

να χέονται

Σαν σταγόνες βροχής στο εσωτερικό της
Λέσχης· ο δ' αντίκτυπος εκ των κινήσεων

των πεσσών

επί

Του πάνω κόσμου συνεζητείτο ανέκαθεν
Πως ήταν τοσούτον μεγάλος ώστε 'λεγαν

Μεταξύ τους οι σκακιστές πως ουδεμία
Ζωή έφθανε να λαμβάνει χώρα μεταξύ

των ανθρώπων

άνευ

Της διεξαγωγής των ιδικών των αγώνων
Κάτωθεν της επιφανείας της ορατής γης·

Μόλις προεκάλεσε η κίνησή μου κάποιον
Σάλο ή γεγονός ή απλή σκέψη εκεί πάνω,

είπε ο Λόενγκριν

Καθώς τελικώς αναμετέθετε τον ίππο του

Επ' ασφαλεστέρου τετραγώνου ενώ χωρίς

ιδιαίτερη έκπληξη

Παρατηρούσε την δικτυωτή οροφή που
Προσπαθούσε να μιλήσει πάλι· κάποιος

δεν μπορεί να ακουστεί ακόμα,

Η φωνή του πνίγεται από το ήδη υπάρχον
Της ζωής, έλεγε στο συμπαίκτη του και του

'Εκανε νόημα να κοιτάξει κι αυτός προς την
Οροφή η οποία και κυμάτιζε ωσάν φωτιά σε

λήθαργο ανθρωπίνου μυαλού,
 

Και καθίστατο ολοένα

Φανερό εκ της νεωτέρας διασαλεύσεως του
Διχτύου, πως ακόμα ένας είχε πιαστεί ως το

ενέχυρο ζωής

στην παγίδα μιας σκακιστικής παρτίδας,

Και ήταν

Ακόμα φανερότερο πως ήθελε αν μη τι άλλο

Να εκδηλώσει μιαν απόπειρα επικοινωνίας

με το άγνωστο ακόμα πεπρωμένο

Που τον προσήρτησε στην επικράτειά του
Ωσεί μυία σε κολλώδες υλικό από το οποίο

δεν θα μπορούσε πλέον να ξεφύγει,

Τα δε μετέωρα φωνήεντα και συλλαβές που
Με μείζονα προσπάθεια εξεφωνούντο από

την εγκλωβισμένη ύπαρξή του

δεν φαίνονταν να λαμβάνουν απόκριση

ακόμα·

Κάτωθεν αυτού οι δύο σκακιστές όπως
Προηγουμένως, συνεχίζανε το παιγνίδι 


τους

με

Μηδεμιά τη λάμψη στα μάτια τους που θα
Μπορούσε να εκληφθεί ως συγκατάνευση

ή άρνηση

Προς τον νεοεισερχόμενο,

Ο οποίος και συνέχιζε επί ώρα πολλή ν'
Ανακινεί τις μισοσχηματισμένες λέξεις

του

στην οροφή του ημιφώτου σπηλαίου

των σκακιστών

Όπως η αναποδογυρισμένη μυία
Τα πόδια της στο κενό·


Και

Σαν να περπατούσε μέσα στην τόση
Αγωνία του ήδη σε έναν καινούργιο,

διόλου απίθανο λυτρωτικόν,

ουρανό

Που λογικά θα έπρεπε να υπήρχε
Πάντοτε από πάνω·




***************************************************
Το ποίημα αναρτάται εκ νέου με λίγες κατά τόπους μορφικές τροποποιήσεις που δεν έχουν να κάνουν με το περιεχόμενό του.