Sunday, October 16, 2011

HECKERAUFSTAND ή Το Σφρίγος του Μέλλοντος

Και ποιος σας είπε, Χερ Στρούβε, πως
Η Επανάσταση δεν είναι παρά εκείνος

Ο αμείλικτος βραχίονας του εσώτερου
Ουρανού των ανθρώπων που ρημάζει

Κάθε προοπτική των κριμάτων προς το
Όφελος μιας μυθικής στιγμής, ότε αυτή

Κατορθώνει ν' αποφέρει ζωή με ζωή στα
Συρρικνωμένα λείψανα των πεπρωμένων

Που κείνται σωριασμένα στους δρυμούς
Και τις πόλεις, τους αχανέστερους θεούς

της μαγείας και της δικαιοσύνης

έχοντας πάψει να επικαλούνται

προ πολλού·

Και αν ολόκληρος ο χρόνος άλλο τι δεν
Είναι παρά, αυτή σας λέγω, η σηπτική

Μάσκα του Δαίμονα

Που περιβάλλει όλη την φύση και τη
Κοινωνία των ανθρώπων, τότε ιδού ο

Απολλύων,

Χερ Στρούβε,

Επί της απέραντης μεσημβρίας όλων
Των φλεγομένων αετών που ίπτανται

πάνω από την

ηρωική επικράτεια του

Μπάντεν,

Και επί της βαθείας τευτονικής νυκτός
Του Λόγου, ότε οι ψίθυροι στο σκοτάδι

τούτου

Του κητώδους αιώνα, σημαίνουν ποτέ
Τον ερχομό μιας στρατιάς φώτων από

σκοτεινότερο ακόμα μέλλον

Στις πλατείες

Της Στουτγάρδης, της Καρλσρούης και
Της ανίκητης εννοιαύγειας της πόλης

της Φρανκφούρτης·

Πρόκειται για την γερμανική συντέλεια,

Χερ Στρούβε,

Τέτοια που ακόμα και η λαμπρή πένα του
Χέρβεγκ δεν θα μπορούσε παρά να τύψει

Πάνω στις επωμίδες του χαμαιθυμικού
Γουλιέλμου, όταν ανήσυχος τόσο για τον

Θρόνο της Πρωσσίας είν' αποφασισμένος
Πολλοστώς την όρασή του να ματοκυλίσει·

Όμως εσείς

Αλήθεια,

Τι θα μπορούσατε ποτέ να περιμένετε από
'ναν υπάλληλο τέτοιο της δημοκρατίας ως

ο κομψός Μπρεντάνο

Που ακόμα

Βλαστημάει με σεβασμό τον Γουλιέλμο
Και παρελαύνει το εύδρομο παρελθόν

του με κοιμητήρια χάρη

στην Φόλκσφεράιν·

Ιδού όμως και οι πυρσοί

Αναμμένοι ήδη μέσ' την αιώνια νύχτα!
Ότι μια Επανάσταση δεν πηγάζει από

Την ψυχή και το νου, αλλ' από το σώμα,
Και εμείς όλοι δεν θα μπορούσαμε παρά

Να ανήκουμε

Στη σύνολη δίνη του ζωντανού, ότι την
Κρίσιμη στιγμή δεν αναγνωρίζουμε μια

Έννοια που πτερούται σε κάποιο ξέφωτο
Πρωσσικό φωτοβολώντας πάνω από το

Μαύρο Δάσος

το συγνεφένιο ομοίωμα του

Χέγκελ,

Αλλά την πυκνή τυφεκιοθάλασσα του
Μιεροσλάβσκι εν αναμονή της μάχης,

Ότι, κι αυτό ακόμα να 'χετε υπ'όψη σας,
Το γερμανικό έθνος, άλλως πώς, δεν θα

'ταν δυνατόν παρά να κύψει

ωσάν ο Γίγαντας του Ονείρου

πάνω στα σπαράγματα

Της πραγματικότητάς του, κι εκεί στην
Θράκα του απάνω ν' ανάψει ξανά μία

Εστία σπονδυλική, φωτιάς που θερμαίνει
Τους επερχόμενους καιρούς όχι πλέον με

το

Φέγγος της αυγερινής φιλοσοφίας του,
Μηδέ και μ' αυτή την άσωτη λάμψη των

ποιητών της,

Αλλά με την αίγλη ενός αιώνα που στο
Τέλος, σας βεβαιώ, θα συγκεντρώσει

Τα σπαρμένα κομμάτια της μοίρας του
Για πρώτη φορά σε έναν παγκόσμιο των

στοχασμών,

άνθρωπο,

Ιδού ο Ζίγκφριντ καταφθάνει! και οι
Πυρές που ανάβουν στον δρόμο του

Δεν είναι παρά τα ίδια απαγορεύμενα
Όνειρα του μέλλοντος που ξεσπούν με

πάθος στις οροφές

της αιέν φωταγωγημένης Ευρώπης,

Έλεγε ο άνθρωπος με το απειλητικότερο
Βλέμμα στην ήπειρο, και με μια σκιά στο

Πρόσωπό του

Να υπομνηματίζει τον ίδιο πάντα αρχαίο
Ίλιγγο του Αγνώστου στις καταδρομές

της Ιστορίας·

Είμαστε,

Χερ Στρούβε, γι' αυτό, οι προπομποί
Ενός χάους πιο αξιοπρεπούς πάνω στην

τωρινή ημιπρέπεια της Ευρώπης,

συνέχιζε να λέει,

Που μήτε οι βασιλιάδες της, μηδέ και οι
Οι κληρικοί της μπορούν να ξορκίσουνε

για ένα καλύτερο παρελθόν,

Υπάρχουμε όσο υπάρχει και μια ελπίδα,
Διαρκούμε όσο διαρκεί και ένας πόθος,

Και μεταβαίνουμε, τέλος, από νύχτα σε
Νύχτα των εθνών σαν φαντάσματα της

εξέγερσης, αλύτρωτοι και

ισχυορρήμονες τυχοδιώκτες

μιας άγνωστης ακόμα ελευθερίας,

Του έλεγε, ενώ ο σάλος στην χώρα όλον
Και απέβαινε πιο εκκωφαντικός, στους

Δρόμους και τις καρδιές ενός πλήθους
Που ενίοτε φοβούμενο και ενίοτε πώς,

ατρόμητο,

απέφασιζε την γρήγορη

αποκαθήλωση του πραγματικού·

Ο δε καιρός εκείνης της ατέλειωτης ημέρας
Ήταν περισσότερο σκοτεινός και από τους

ίδιους τους ανθρώπους

Που

Είχαν περιζωθεί την δόξα του Μπάντεν
Μία την πομπή ζωής και θανάτου μαζί

ετοιμάζοντας,

Την μάλιστα γιορτή του μέλλοντος ποτέ
Μην αποφασίζοντας

να αφήσουνε σε χέρια τυχαία,

Και την οιονεί φωτοβολία ενός σκότους
Τέτοιου,

ζωικού, ιεροτάτου στις καρδιές

των ανθρώπων,

Ποτέ μην παρατώντας εύκολα στην
Βαθεία τόσο και εμμένουσα,

Νύχτα της Ιστορίας·