Sunday, January 4, 2015

ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΚΗΠΟΥ


Και ποιος θα μπορούσε να' ναι ο σκοπός
Του κόσμου, Ώε, αν όχι  μια ποίηση που

Πια δεν γράφεται αλλά μονάχα ομιλείται
Στις παρυφές κάθε Ολύμπου του Εννοείν

Και ότε οι πόλεις της Υδρογείου εμμένουν
Σιωπηλογραφημένες επί του χρυσολεύκου

χάρτου,

Μηκέτι ορατού στον αιώνα αυτόν, ο που
Γνωρίζει κάλλιστα να προρρυθμίζει κάθε

Ιστορία τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι,
Χωρίς ωστόσο να λογαριάζουν και τον

Ξενοδόχο, 'Ωε, μα πραγματικά φαίνεσαι
Σήμερα περισσότερο σκοτεινός απ' όσον

Είσαι συνήθως, και εδώ και ώρα αρκετή
Λύεσαι σε πυρφωσφόρες ωκεανογραφές 

Στίχων και των φλογανθέων εννοιών και
Είναι σαν να βλέπω έναν κόσμο που δεν 

Θα 'χε λόγο να μπει στην ταλαιπωρία της
Ύπαρξης για να θριαμβεύσει επί του ώδε

Δεδομένου - δεδεμένου κόσμου, επειδή 
Ότι 'ναι φτιαγμένο από πηλώδη ύλη δεν 

Είναι παρά ψευδαίσθηση νομιμοποιημένη
Κακήν κακώς από φούγκα και φόβο στους

Αιώνες

Και ό,τι είναι πραγματικό δεν εντοπίζεται
Σε αυτόν τον κόσμο αλλά στην κινουμένη

εν παραλλήλω και από μόνη της σκιά του,

Ώε,

Είσαι πάντα στην κόψη δύο κόσμων και 
Ρισκάρεις τρομερά κάθε φορά γιατί ανά

Πάσα στιγμή στα χέρια σου οι λέξεις δεν
Αποκλείεται να εκραγούν ώσπερ κελύφη

Χρυσαφένιας νυκτός σε κατάμαυρη αυγή,
Όμως το να ταξιδεύεις συνεχώς στην Αρχή

Είναι σαν να λευκαίνεις όχι τον κόσμο, αλλά
Τη περιουσία του σε λέξεις καθώς τα όνειρα

Των ανθρώπων που τους κρατούν ζωντανούς
Καταπίπτουν στους θηριώδεις κρημνούς της

Καρδιάς τους, επειδή εισέτι δεν γνωρίζουν
Τις ακριβείς λέξεις για κάθε τι, όμως όπως

Σκέφτεται κανείς έτσι και θα ζει, ότι  η Ζωή 
Έξω του δεν είναι φτιαγμένη από πράγματα 

αλλ' από τις λέξεις τους,

Ώε,

Ακόμα γράφεις και ο κόσμος εσκοτείνιασε ήδη,
Σε θέλω, του έλεγε με μιαν αιεί θριαμβεύουσα 

φωτιά στα 

παιγνιδιάρικα μάτια της,

σε θέλω, του ξανάλεγε,

Μια ευπλόκαμος ομορφιά που την κρατούσε 
Εξ αρχής στα χέρια της η θεά ως δώρον ζωής

και συντροφία

Προς ένα παράξενο ποιητή που'χε νεανική
'Οψη ασυνήθιστη για τα ώριμά του χρόνια, 

Και 

O οποίος έβρισκε ηλίθιους τους καιρούς του
Και οσαύτως βαρετή κατά πλειοψηφίαν την 

ποίηση που γραφότανε σ' αυτούς,

Ενώ είχε βαλθεί ο ίδιος να αναχαρτογραφεί
Σε στίχους τον μέγα Κρημνό από τη μια και 

εκείνον τον μη ορατό Κήπο 

Από την άλλη όψη του θεϊκού Κρατήρος, μηδέ
Για την δόξα και μηδέ για χρήματα, αλλά μόνο

για το κέφι του και για τους φίλους του·

Εχθρούς δεν είχε παρά μόνον ομοιώματα
Του εαυτού του που ευτυχώς παρέκαμπτε 

στον Χρόνο εγκαίρως 

και ποτέ δεν έγινε,

Αφήνοντας τα έξω προ καιρού πολλού
Ερήμην του ακόμα να κυκλοφορούν

στο κόσμο·